Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2011

Ο δενδρικός πλούτος της Ερμιονίδας και των νησιών της (3)

Του Βασίλη Γκάτσου
Πώς, και γιατί αυξήθηκε ο δενδρικός πλούτος της περιοχής μας μετά το 1770;

Όταν άρχισε να αυξάνει ο πληθυσμός της Ύδρα και των Σπετσών, υπό την σκέπη και προστασία του υπουργείου Ναυτικών της οθωμανικής αυτοκρατορίας, γρήγορα αναφάνηκε μια νέα τάξη εμποροναυτικών που πλούτισε γρήγορα. Κάποια περίοδο το κατά κεφαλήν εισόδημα του κατοίκου της Ύδρας ήταν 600 φορές μεγαλύτερο από του πελοποννήσιου που στέναζε κάτω από τη διοίκηση του πασά της Τρίπολης. Η Ερμιονίδα ως απέναντι ακτή είχε τα οφέλη της, όμως δεν μπορούσε να αναπτύξει παραγωγική και οικονομική δραστηριότητα, αλλά ακολουθούσε τα νησιά της που είχαν γίνει τόσο δυνατά, ώστε να περιορίζεται ο ρόλος της ως «η απέναντι ακτή», «η κόστα».
Πέραν από την αρχιτεκτονική, την εκπαίδευση, την διοίκηση, την ενδυμασία κ.λ.π. που συνοδεύουν την οικονομική έκρηξη,  έχουμε και τρεις τομείς που σχετίζονται με τα φυτά:
1.    Οι νοικοκυρές των νησιών μας έχουν την αυλή ως προέκταση του εσωτερικού πλούσιου σπιτικού τους. Θέλουν να έχουν λουλούδια σπάνια και οι άνδρες τους φροντίζανε να φέρνουν από τα ξένα, λουλούδια για τις αυλές τους. Υπήρχαν αυλές και κήποι τόσο περιποιημένες και με τόσα πολλά λουλούδια που ήταν επώνυμες και τις θαύμαζαν όλοι. Ήταν
γόητρο για το σπιτικό. Συνήθεια που κράτησε μέχρι και την Γερμανική Κατοχή.
2.    Στην αυλή φρόντιζαν να έχουν, για τις άμεσες ανάγκες του σπιτιού, λεμονιά και, ανάλογα το χώρο, περισσότερες λεμονιές αλλά και ξυνά ή άλλα δέντρα για να φτιάχνουν και γλυκά. Τα δέντρα αυτά τα έφερναν με τον ίδιο τρόπο οι άνδρες του σπιτιού. Πολλά από αυτά τα δέντρα ήταν επώνυμα, γιατί διαφέρανε, ως ποικιλία, από τα ως τότε συνηθισμένα. «Η λεμονιά της τάδε που την φέρανε από την Κάρυστο είναι τρίφορη, όλο άνθος και λεμόνια μαζί», «η λεμονιά της τάδε που τη φέρανε από την Κύπρο είναι χωρίς κουκούτσια», «έχει ένα περγαμόντο στην αυλή που κανένα άλλος δεν το έχει», «η ροδιά της τάδε είναι φερμένη από τον Λίβανο», «της έφερε ο εξάδελφός της μια μυγδαλιά αφράτη». Όλο τέτοια ακούγονταν για τα σπιτικά δέντρα, μέχρι τα νεότερα χρόνια.
3.    Αντιγράφτηκε από άλλα μέρη η συνήθεια των προυχόντων να έχουν παραθαλάσσιο κτήμα κυρίως με ξυνά αλλά και όλα τα άλλα δέντρα όπου το καλοκαίρι πήγαινε για μεγάλο διάστημα η οικογένεια. Δεν ήταν τόσο η παραγωγή αλλά το γόητρο του να έχεις αυτή τη δυνατότητα μέσα σε δέντρα που είχαν έλθει από τα πέρατα του κόσμου, δέντρα που επιδεικνύονταν με καμάρι. Οι Υδραίοι προύχοντες είχαν αναπτύξει τέτοια περιβόλια, γοήτρου θα λέγαμε σήμερα, στα αυλάκια του νησιού τους ακόμη και από τη νότια ακτή (ναι, υδραίικα περιβόλια) όπως και στην απέναντι ακτή, Σαμπάριζα, Μετόχι. Πιθανολογώ ότι κάτι ανάλογο θα συνέβαινε και στις Σπέτσες και στην απέναντι ακτή, την «κόστα».

Έτσι ο δενδρικός πλούτος αύξανε στις παραγωγικές περιβόλες, αλλά και στα περιβόλια και τις αυλές γοήτρου. Με τα ιστιοφόρα υπήρχε η δυνατότητα να έλθει κάθε δέντρο, αλλά και να διακινηθεί η παραγωγή εύκολα, χώρια ότι ο υπερπληθυσμός των δύο νησιών και οι ανάγκες του στόλου τους ήταν κύριοι καταναλωτές των τοπικών δενδρικών προϊόντων.

Αυτός ο δενδρικός πλούτος της περιοχής μας, όπως και αντίστοιχος της Τροιζηνίας και του Πόρου, πρέπει να αναζητηθεί, στις αυλές, στα μοναστήρια, στους αγρούς, στα περιβόλια. Είναι πολιτισμικός πλούτος μοναδικός. Κάθε δέντρο με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μπορεί να στηρίξει μια τοπική ποικιλία.
Αλλά να θυμόμαστε ότι σπουδαίο είναι και ο παραδοσιακός τρόπος καλλιέργειας. Άλλο είναι τα «ξερικά αχλάδια τάδε ποικιλίας Ερμιόνης» και τα προϊόντα που δίνει η μεταποίηση με πρώτη ύλη αυτά, και άλλο είναι τα αχλάδια Ερμιόνης με άφθονο νερό, λιπάσματα και ραντίσματα.
Άλλο είναι «μανταρίνια Ερμιόνης παραδοσιακής καλλιέργειας», δηλαδή με γιδινή και προβατίσια φουσκή, χωρίς ραντίσματα και λιπάσματα, και άλλο είναι με ραντίσματα και λιπάσματα.
Και αυτό ισχύει για κάθε τοπικό μοναδικό προϊόν. Γιατί άλλο είναι το αμυγδαλωτό Ύδρας, Σπετσών, Ερμιόνης με μύγδαλα από ξερικές τοπικές μυγδαλιές των προγόνων μας και άλλο είναι από μύγδαλα  Αμερικής, Ιράν κ.λ.π., η τεχνική αμυγδαλόψυχα.
Δηλαδή δεν μπορεί η Ύδρα να έχει την αρχιτεκτονική αλήθεια της, την αλήθεια του τοπίου της, όπως και όλη η περιοχή, και τα προϊόντα τα τοπικά να είναι μαϊμού, ή της σειράς και να προσπαθούν να κερδίσουν από το όνομα του τόπου. Το ψέμα φαίνεται αμέσως και είναι καταστροφικό για τον τόπο και την οικονομία του.
Αυτά έχουν κάνει οι Ιταλοί για την κάθε αγροτική περιοχή που παρουσιάζει ενδιαφέρον. Και εκεί υπάρχουν κάμποι εντατικής καλλιέργειας, αλλά και εκατοντάδες τόποι μικροί με τα δικά τους μοναδικά προϊόντα, με το δικό τους τρόπο καλλιέργειας, τον δικό τους τρόπο μεταποίησης, τον δικό τους μαγείρεμα, τις δικές τους μοναδικές γεύσεις. Και γνωρίζουν πολύ καλά ότι ο τουρισμός περνάει πρώτα από το στομάχι. Αυτό ανακάλυψαν και αναπτύσσουν με μεγάλη επιτυχία και οι Κρητικοί.

Για παράδειγμα: Πριν ο Καποδίστριας φέρει την πατάτα, χρησιμοποιούσαν το κυδώνι. Δηλαδή το κρέας με πατάτες ήταν άγνωστο και υπήρχε το κρέας με κυδώνι. Αυτό διατηρείται ακόμη στην Ύδρα και σε λίγα σπίτια στην Ερμιόνη και νομίζω στην Ερμιονίδα. Αν ήταν εδώ Ιταλοί τα φαγητά με κυδώνι θα ήταν διάσημα κύρια τοπικά πιάτα. Η σπανακόπιτα θα ήταν αγριοσπανακόπιτα, γιατί οι παλιοί προτιμούσαν το άγριο σπανάκι που είναι και πολύ πιο νόστιμο όταν είναι μάλιστα και ξερικό.

Έρρωσθε,

Βασίλης Γκάτσος