Τρίτη 15 Οκτωβρίου 2013

Έλληνες καραγκιοζοπαίχτες

Του Γιάννη Λακούτση

Τα δυο προηγούμενα άρθρα:
Οι απόψεις γέννησης του Καραγκιόζη δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένες (εδώ) 
Θέατρο Σκιών (2) (εδώ)

Θέατρο Σκιών  (3)

Έλληνες καραγκιοζοπαίχτες

Οι φιγούρες στον Καραγκιόζη του 1900  ήταν σκιερές με τρύπες, που άφηναν να περνά το φως και τόνιζαν τα μάτια, το αυτί και μερικές λεπτομέρειες του ντυσίματος. Σε ορισμένες από αυτές υπήρχε λιγοστό χρώμα στο ντύσιμο, που το πετύχαιναν σκεπάζοντας τις τρύπες του χαρτονιού με διαφανές έγχρωμο χαρτί. Οι σκιερές φιγούρες έπαιζαν  υποβλητικό ρόλο στην εντύπωση του θεατή και ασκούσαν κάποια γοητεία μυστηρίου. 
 Οι φιγούρες είναι φτιαγμένες από χοντρό χαρτόνι κομμένες και τρυπημένες με μεγάλη επιμέλεια. Για την άρθρωση των κομματιών τους ανοίγεται αντίστοιχα στο
καθ’ ένα από μια τρύπα και περνιέται ένας σπάγκος, που σφίγγεται με κόμπους προς τις δυο όψεις. 

Φωτ:Ο Καραγκιόζης δικτάτωρ

Το ξύλο της λαβής είναι πάντα καρφωμένο στο επάνω μέρος του σώματος, στο στήθος, εκτός του Μορφωνιού και του Εβραίου που καρφώνονται από το κεφάλι επειδή αρθρώνονται στον λαιμό. Το υπόλοιπο σώμα κρέμεται μετέωρο και τα πόδια ταλαντεύονται με το βάρος τους και με την ρύθμιση που δίνει στην κίνηση και στο πάτημα της φιγούρας επάνω στον πάγκο ο καραγκιοζοπαίχτης.
Σε ορισμένες φιγούρες που κινούν το χέρι, όπως του Καραγκιόζη του Σταύρακα,
του Μεγαλέξανδρου, υπάρχει και δεύτερο ξύλο στην παλάμη. Στο φίδι επίσης που αποτελείται από 7-8 κομμάτια, υπάρχει ένα επί πλέον ξύλο στο κεφάλι, που κινεί το σαγόνι για να ανοιγοκλείνει το στόμα και τρίτο ξύλο στην ουρά . Η κίνηση των προσώπων είναι μονόπλευρη. Ο Καραγκιόζης, ο Μπάρμπα Γιώργος, ο σιορ Διονύσιος, ο Μορφονιός , βγαίνουν  από το δεξιό μέρος του καραγκιοζοπαίχτη,από τη μεριά της καλύβας. Ο Χατζηαβάτης, ο Μπέης, ο πασάς και ο Δερβέναγας βγαίνουν  από την αντίθετη μεριά που είναι το σαράι. Δεν είναι κανόνας απαράβατος αυτός,
γιατί υπάρχουν  και σκηνές όπου αντιμετωπίζονταν μεταξύ τους
και τύποι της μιας η της άλλης παράταξης. Στην περίπτωση αυτή η ξεκαρφώνεται η φιγούρα και καρφώνεται αντίστροφα η υπάρχει εφεδρική γυρισμένη αντίστροφα.
Η πρώτη πράξη τελειώνει. Η ορχήστρα αρχίζει πάλι να παίζει, ενώ ο καραγκιοζοπαίχτης παίρνει ένα τασάκι στο χέρι και βγαίνει στην πλατεία. Πλησιάζει ένα ένα τα τραπέζια, καλησπερίζει με την βραχνή φωνή του και οι πελάτες που έχουν απολαύσει την τέχνη του, ανοίγουν τα πορτοφόλια και οι πεντάρες κουδουνίζουν μία μία μέσα στο τασάκι του. Αφού επισκέπτεται όλα τα τραπέζια, φέρνει μια βόλτα στους όρθιους θαμώνες με αμφίβολη όμως συγκομιδή. Συνεχίζεται το δεύτερο  μέρος της παράστασης. Τελειώνοντας ο Καραγκιόζης καληνυχτίζει την πελατεία και
αναγγέλλει  το πρόγραμμα της αυριανής βραδιάς. Η μουσική παίζει και αυτή
το φινάλε της, συνοδεύοντας την αποχώρηση των θεατών. Ο καραγκιοζοπαίχτης συγυρίζει τα εργαλεία του, σβήνει τα λυχνάρια της σκηνής και κλειδώνει την παράγκα του.
Για να συναγωνιστεί το ζωντανό θέατρο, ο Καραγκιόζης της Αθήνας, μεγαλώνει την σκηνή του. Από τρία μέτρα που ήταν το 1900 φτάνει στα έξι . Στη σκηνοθεσία επίσης εισάγονται διάφορα τεχνάσματα. Ο Μόλλας βάζει και δεύτερο πανί δίπλα στο κύριο, για αλλαγές σκηνής. Το έχει ετοιμάσει με άλλη σκηνογραφία και στην κατάλληλη στιγμή, ανάβει τον φωτισμό του και μεταφέρει εκεί την δράση του έργου, συγχρόνως σβήνει τον φωτισμό της πρώτης σκηνής. Ο καραγκιοζοπαίχτης Χαρίλαος Πετρόπουλος αλλάζει με άλλο σύστημα τη σκηνογραφία. Έχει τρία πανιά τεντωμένα
σε ιδιαίτερα τελάρα, που είναι κινητά και όταν ερχόταν η στιγμή της αλλαγής, έπεφτε η αυλαία, κατέβαινε το ένα και ερχόταν στην θέση του από κάτω άλλο. Εκτός
από τον φωτισμό του πάγκου, που τώρα είναι με ηλεκτρικές λάμπες, υπάρχει προβολέας στο βάθος της παράγκας που με την παρεμβολή διάφανων εικόνων προβάλλει στο πανί θάλασσες, πυρκαγιές, νυχτερινούς ουρανούς με άστρα, με φεγγάρι η με σύννεφα που κινούνται αργά αργά. Αλλά και στην τεχνική των εργαλείων εισάγονται νεωτερισμοί. Το 1918 ο καραγκιοζοπαίχτης Γιαννάκουρας ,
ερχόμενος από την Αμερική φέρνει ένα σύστημα λαβής, με το οποίο μπορούσε
η φιγούρα να γυρίζει από την μία κατεύθυνση στην αντίθετη, οπότε στον διάλογο δεν ήταν πια ανάγκη να γέρνει πίσω ο ένας συνομιλητής και αποχωρούσε από τη μεριά
από την οποία μπήκε στην σκηνή. Την ίδια εποχή ο Μνωλόπουλος, από μια περιοδεία στην Αίγυπτο εισάγει στον ελληνικό Καραγκιόζη τις διαφανείς και έγχρωμες φιγούρες. Φιγούρες φτιαγμένες όχι από χαρτόνι αλλά από δέρμα χοντρό, που με κατάλληλη επεξεργασία είναι υπόλευκο και έχει κάποια διαφάνεια. Με διαφανή επίσης χρώματα ζωγραφίζονται επάνω του όλες οι λεπτομέρειες της μορφής και του ντυσίματος. Αλλάζουν και το σχέδιο παλαιών τύπων του θιάσου ο καθένας με δικό του τρόπο. Όλοι καταργούν τη φουφούλα που φορούσε ο Καραγκιόζης μέχρι τότε και του φορούν παντελόνι κουρελιασμένο με ανασηκωμένα μπατζάκια, κάτω από τα οποία υπάρχουν τα ξυπόλητα πόδια. Του βάζουν μαλλιά στο κεφάλι αφήνοντας φαλάκρα μόνο, αντί της γενικής φαλάκρας  του παλαιού τύπου. Του χωρίζουν το μέτωπο από τη μύτη, την οποία ο Μόλλας κάνει γαμψή.  Όλοι όμως αυτοί οι νεωτερισμοί έβλαψαν τον Καραγκιόζη. Οι νέοι τύποι του θιάσου δεν κίνησαν το ενδιαφέρον του κοινού. Οι νεωτερισμοί της τεχνικής και ιδίως οι διαφανείς και αναστρεφόμενες φιγούρες « εφυγάδευσαν την αφέλεια, τον χαριτωμένο πρωτογονισμό και την γοητεία του μυστηρίου που είχε ο κλασικός Καραγκιόζης, με τις μαύρες φιγούρες. Η διαφάνεια κατάργησε την υλική υπόσταση και αδρότητα των προσώπων τόσο, που σε στιγμές που περνούσε το ένα πίσω από το άλλο για να το προσπεράσει φαινόταν το σώμα του ανάμεσα από το σώμα του άλλου. Επίσης και το σαράι και η καλύβα έγιναν διαφανή, ζωγραφισμένα επάνω σε πανί και έτσι εξανέμιζε την εντύπωση του χώρου και της ύλης». Με αυτούς τους νεωτερισμούς της τεχνικής προσπαθούσε να συναγωνιστεί το ζωντανό θέατρο και τον κινηματογράφο, σε μια μάχη που κατέληξε σε βάρος του. Ήταν ανίσχυρος να αντισταθεί στον θρίαμβο του κινηματογράφου.
Όταν ο Γιάννης Βράχαλης ήρθε στην Ελλάδα μαζί με τον Καραγκιόζη, οι φιγούρες του ήταν ελάχιστες. Οι Έλληνες καραγκιοζοπαίχτες πήραν αυτό το υλικό και κατόρθωσαν να το αυξήσουν και να το εξελληνίσουν. Έτσι εκτός από τον Καραγκιόζη και τον Χατζηαβάτη, διάφοροι άλλοι τύποι προσαρμόστηκαν στην ελληνική πραγματικότητα, ανάλογα με τις ανάγκες του τόπου και του χρόνου.
Δημιουργήθηκαν καινούργιοι ήρωες από την αρχαία Ελλάδα και την Επανάσταση του ’21.
Ο Δημήτρης Σαρδούνης με το παρατσούκλι Μίμαρος από την Πάτρα, ήταν αυτός που ανέλαβε το πολύ δύσκολο έργο του εξελληνισμού του Καραγκιόζη. Ο Μίμαρος ψάλτης το επάγγελμα είναι ο Γενάρχης του Ελληνικού Καραγκιόζη.  Αυτός τον καθάρισε από τις βωμολοχίες του και σιγά σιγά του έδωσε τη φόρμα που έχει σήμερα.
Ο Μίμαρος του βάζει ελληνικά χαρακτηριστικά και τον κάνει οικογενειάρχη της συμφοράς. Βγάζει τον πρώτο γιο του Καραγκιόζη το Κολλητήρι.Αργότερα πλάστηκαν και οι άλλοι δυο γιοί του,ο Κοπρίτης, και ο Μιρικόγκος, από τον καραγκιοζοπαίχτη, Μανωλόπουλο. Έτσι το θέατρο σκιών μπορούσαν να τοπαρακαλουθούν παιδιά και γυναίκες. Οι παραστάσεις του είχαν μεγάλη επιτυχία καθώς εκτός από το πανί που φωτιζόταν με τα λυχνάρια, τα πατρινά καλαμπούρια, ο αμανές του Μεγαλεξανδρου που ο χαβάς του είναι βυζαντινός και τα δυο τραγούδια του Χατζηαβάτη που έχουν μείνει πια στον Καραγκιόζη, ήταν όλα δικά του ευρήματα.
Ένας άλλος  καραγκιοζοπαίχτης σημαντικός για τον εξελληνισμό του Καραγκιόζη,
ήταν ο Μέμος Χριστοδούλου. Βοηθός και αυτός του Σαρδούνη, τραγουδούσε όμορφα, ήταν καλός λαϊκός ζωγράφος, πνευματώδης και ευρηματικός. Η ιδιοτροπία του ήταν ότι παρουσίαζε τον Χατζηαβάτη σαν εχθρό του Καραγκιόζη, και όχι σαν φίλο.
Τη φιγούρα του ψευτόμαγκα, Σταύρακα, βγαλμένη από την Αθηναϊκή ζωή του 1900 έπλασε το 1905 ο Αθηναίος, Γιάννης Μώρος, χρόνια καραγκιοζοπαίχτης στον Πειραιά. Τις φιγούρες του Ομορφονιού, του Πεπόνια Χαλίλ, αξιωματικού του σαραγιού και του Σαναλέμε  έβγαλε πρώτος στο πανί ο Αντώνης Παπούλιας η Μόλλας. Για να ανταποκριθεί στις νέες απαιτήσεις του κοινού,  που είχε αρχίσει να επηρεάζεται από τον κινηματογράφο, ο Μόλλας, έκανε καινοτομίες στα σκηνικά, προσθέτοντας αεροπλάνα, αυτοκίνητα κ.α. Τις φιγούρες δεν τις σχεδίαζε ο ίδιος και χρησιμοποιούσε άλλους για τα τραγούδια, αλλά ήταν σπουδαίος μίμος και άφησε όνομα. Ήταν ο πρώτος που τύπωσε κείμενα του Καραγκιόζη και μ’ αυτόν τον τρόπο αρχίζει η τυποποίηση και η απομάκρυνση από την προφορική παράδοση που είναι η ουσία αυτού του λαϊκού θεάτρου.
Ο καραγκιοζοπαίχτης Γιάννης Ρούλιας , μαθητής του Μίμαρου,
 έπλασε τον Μπάρμπα Γιώργο μετά τον πόλεμο του 1897. Οι Πελοποννήσιοι καραγκιοζοπαίχτες, παρίσταναν τον Ρουμελιώτη Μπαρμπα- Γιώργο,
ως χοντροκέφαλο και κουτό, από αντιζηλία προς τους Ρουμελιώτες. Αντιζηλία που την εξέτρεφε ο πολιτικός ανταγωνισμός Τρικούπη-Δεληγιάννη.
Η εμφάνιση του έγινε με μεγάλη ευχαρίστηση δεκτή από το κοινό, γιατί ο Μπάρμπα Γιώργος ως λεβέντης Έλληνας νικούσε τον βάρβαρο σωματοφύλακα των πασάδων, Βεληγκέκα. Υπάρχει ευθεία σύνδεση της ιστορικής μορφής του Βεληγκέκα, στρατηγού του Αλη Πασά με τον Βεληγκέκα του θεάτρου σκιών. Τον αληθινό Βεληγκέκα σκότωσε ο Κατσαντώνης στα Άγραφα.
Τη φιγούρα του Νιόνιου έπλασε επίσης ο  Δημ.Σαρδούνης και συνδέεται με την ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα.
Η φιγούρα του Εβραίου και τα τραγούδια του είναι επινόηση του καραγκιοζοπαίχτη Γιάννη Πρεβεζάνου. Αργότερα δημιουργήθηκε και ο Μανολιός ο Κρητικός.
Μαθητής του Μέμου  Χριστοδούλου, ήταν και ο Κρανιδιώτης Χρίστος Βενεκάς
η Πετρόπουλος. Πολύ καλός καραγκιοζοπαίχτης ιδίως στα ηρωικά έργα. Έπαιζε στην περιφέρεια της Θεσσαλίας.
Από το 1925 και μετά οι λαϊκές εκδόσεις αναλαμβάνουν να εκμεταλλευθούν τη φήμη του Καραγκιόζη και το ενδιαφέρον από τον παιδόκοσμο, δίνοντας στην κατανάλωση φυλλάδια με παραστάσεις του και σχέδια για φιγούρες. Επειδή συνεχίστηκε για πολλά χρόνια η έκδοση τέτοιων φυλλαδίων, χρειαζόταν ολοένα και περισσότερο νέο υλικό. Έτσι άρχισαν να τυπώνονται, από άγνωστους,  αυτοσχέδιες παραστάσεις
ανύπαρκτες στο ρεπερτόριο του Θεάτρου Σκιών. Τέτοιες παραστάσεις ήταν πολλές και εξευτέλισαν την ιδέα του Καραγκιόζη. Αν ο αναγνώστης διαβάσει τα νόθα
αυτά έργα και τα συγκρίνει με τον Καραγκιόζη του 1900 θα  διαπιστώσει την φθορά και την εκμετάλλευση.
Από το χειρόγραφο τετράδιο του καραγκιοζοπαίχτη Ντίνου Μουρελάτου, είναι το παρακάτω σατιρικό τραγούδι:
Τι γίνεται από τη γυναίκα
Σατιρικό τραγούδι Καραγκιόζη

Για τη γυναίκα βρε παιδιά            Για τη γυναίκα ο Αδάμ
θα σας την τραγουδήσω               έφαγε τόσο ξύλο
τι κατορθώνει η γυνή                    Γιατί η Εύα δάγκωσε
εγώ θα σατιρίσω.                          ένα ωραίο μήλο.

Για τη γυναίκα γίνονται                Για τη γυναίκα βγήκανε
εγκλήματα μεγάλα                        κάτι ψευτομαγγήτες
γιατί η γυναίκα έβαλε                   οι νέοι τεντιμπόηδες
τον διάλο στη μπουκάλα.              Χίλιων λογιών κοπρίτες…

Κι ο Τρωικός ο πόλεμος               Ο Πάρις την κουτούπωσε
πόσοι πήγαν χαμένοι                     είχε γι αυτή μεράκια
όπως θα ξέρετε έγινε                     και του Μενέλαου παιδιά
για την κυρα Ελένη                        μείναν τα κερατάκια.