Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2013

Η ΕΛΛΑΔΑ ΜΑΣ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ! ΟΛΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ! Ένα άρθρο του κ. Jean-Yves Guilvard που ζει στην Ερμιόνη



Η ΕΛΛΑΔΑ ΜΑΣ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ!
ΟΛΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!
Του Jean-Yves Guilvard
Εισαγωγή
Εκείνος που αγαπά την Ελλάδα, αναμφίβολα καταλήγει πάντα με το να αναρωτιέται πώς μπορεί να γνωρίσει στους άλλους, τις χαρές που η Ελλάδα του έδωσε. Αυτό δεν είναι εύκολο γιατί τα λόγια δεν αρκούν για να περιγράψει κανείς την Ελλάδα.
Στο άρθρο που δημοσίευσε το 1867 στη βελγική εφημερίδα L'Orient, ο Victor Hugo έγραψε: «Γιατί επαναστάτησε η Κρήτη; Επειδή ο Θεός την είχε κάνει την πιο όμορφη χώρα του κόσμου ...».
Βεβαίως, θα μπορούσε κάλλιστα να γράψει αυτά τα λόγια και για την Ελλάδα. Επειδή η Ελλάδα είναι η πιο όμορφη και φιλόξενη χώρα που ξέρω. Είναι περισσότερα, πολύ περισσότερα αλλά είναι ήδη αυτό και δεν είναι και λίγο!
Δεν είμαι Έλληνας, οπότε δεν μπορώ να κατηγορηθώ για μεροληψία.
Μερικοί θα διαπιστώσουν ότι είμαι φιλέλληνας. Αληθεύει, αλλά δεν γεννιέσαι φιλέλληνας γίνεσαι. Γίνεσαι, και πως να μην γίνεις όταν γνωρίσεις με τα χρόνια την Ελλάδα, τους Έλληνες και την ελληνική κουλτούρα.
Συνειδητοποιώ ότι αν συνεχώς παινεύω τις ομορφιές της Ελλάδας θα ήταν μάταιο και όποια θετικά αναφέρω θα χαθούν σ αυτή την εποχή του υπερθετικού. Ο κόσμος είναι γεμάτος από εκπληκτικά πράγματα που μπορεί κανείς να διαβάσει ή να δει για την Ελλάδα. Για να πειστεί κάποιος αρκεί να  διαβάσει τους οδηγούς, να σπεύσει στα μουσεία και σε βιβλιοθήκες. Αν ήθελε κάποιος να  διαβάσει όλα τα σημαντικά βιβλία που έχουν γραφτεί για την Ελλάδα, θα χρειαζόταν τουλάχιστον δύο ζωές.

Η μεγαλοσύνη της Ελλάδας δεν στερεί το δικαίωμα σε κάποιο να μιλά απλά γι’αυτήν
Η Ελλάδα έχει προκαλέσει και συνεχίζει να προκαλεί τεράστιο ενδιαφέρον στους αρχαιολόγους, ιστορικούς και γλωσσολόγους.
Γιατί η Αρχαία Ελλάδα δεν είναι «μόνο» ο  Περικλής και ο Μέγας Αλέξανδρος. Οι Μινωίτες, οι Αιγιαίοι, και οι Μυκηναίοι αργότερα, συμμετείχαν στον απόηχο της Μεσοποταμίας, της Αιγύπτου και  των Ακτών της Μέσης Ανατολής για την ανάπτυξη των αστικών κοινοτήτων, της γεωργίας και των τεχνικών πλοήγησης. Η Ελληνική γλώσσα είναι ίσως η παλαιότερη ζωντανή γλώσσα για την οποία έχουμε γραπτά κείμενα της Γραμμικής Β.
Σήμερα η Ελλάδα δημιουργεί μια ιδιαίτερη σχέση με τον πιο ταπεινό ταξιδιώτη που την επισκέπτεται. Είναι κυρίως για αυτό που θέλω να μιλήσω.
Αντιλαμβάνομαι ότι αν θέλουμε να μοιραστούμε τις χαρές που μας προξενεί ένα ταξίδι στην Ελλάδα, το καλύτερο είναι να μιλήσουμε με τον απλούστερο δυνατόν τρόπο, δεδομένου ότι η Ελλάδα προσφέρει την ομορφιά της, και αυτό είναι η γοητεία και η πρωτοτυπία της. Στην Ελλάδα, ό,τι είναι όμορφο είναι και απλό …τουλάχιστον στην εμφάνιση.
                                                
Η Ελλάδα δεν πούλησε την «ψυχή» της στους ξένους, ήταν και παρέμεινε η ίδια  
Αυτό οφείλεται πιθανότατα, στο γεγονός ό,τι η Ελλάδα δεν «κυνήγησε» ποτέ τους
επισκέπτες. Ήρθαν από μόνοι τους σχεδόν από κάθε Χώρα του κόσμου. Δημιούργησαν μεγάλες ασταμάτητες πομπές, ιδίως από τότε που η Ελλάδα κέρδισε την ανεξαρτησία της το 1822. Υπάρχουν και  εκείνοι που είχαν το πάθος για την ιστορία και την ελληνική τέχνη, όλοι όσοι έχουν μελετήσει αρχαία ελληνικά και όλοι εκείνοι που ήθελαν να δουν με τα μάτια τους τη χώρα που δημιούργησε το θέατρο, τη φιλοσοφία, τα μαθηματικά, την επιστήμη και τη Δημοκρατία.
Όλοι όσοι ήρθαν στην Ελλάδα, για ένα πολιτιστικό και πνευματικό προσκύνημα,  έχουν όντως βρει το λίκνο της Ευρώπης, τις ρίζες των δέντρων του ευρωπαϊκού πολιτισμού, αλλά  ανακάλυψαν επιπλέον μια άλλη πραγματικότητα μια σύγχρονη Ελλάδα που έχει ξεπεράσει κάθε προσδοκία.
Με την επιστροφή τους στη Xώρα τους, δεν παρέλειψαν να διαδώσουν ότι η Ελλάδα ήταν λαμπρή, αλλά και ότι είναι όμορφη και φιλόξενη και ότι σήμερα είναι το πιο τέλειο σκηνικό που μπορεί να φανταστεί κανείς για να προβάλλει το ένδοξο παρελθόν της.
Ο τουρισμός που σχετίζεται με τους αρχαιολογικούς θησαυρούς της πολυποίκιλης και πλούσιας ιστορίας της Ελλάδας, είναι αναμφισβήτητα μία από τις πηγές του πλούτου της. Όμως, η φιλοξενία, η ευγένεια των ανθρώπων της, η ομορφιά των τοπίων της, η πανταχού παρουσία της απαράμιλλης θάλασσας που κανένα τοπίο της δεν απέχει περισσότερο από 60
χιλιόμετρα από την ακτή, το κλίμα, το φως της, η γαστρονομία και τα κρασιά της είναι και αυτά μέρη του πλούτου της.
Με τον τρόπο αυτό, η Ελλάδα έγινε μια από τις πιο γνωστές χώρες του κόσμου. Είναι  μεγάλη υπόθεση να προβληθεί η μελωδική φωνή της σύγχρονης Ελλάδας σε όλους εκείνους που ήρθαν αρχικά για να ακούσουν τις πέτρες, ακόμα και αν αυτές οι πέτρες  μιλούν ελληνικά και έχουν πολλά να μας διδάξουν.
Η Ελλάδα δεν χρειάστηκε ποτέ να σταματήσει είναι η ίδια, δεν είχε ποτέ να πουλήσει την ψυχή της, όπως συνέβη, δυστυχώς, σε πολλούς άλλους τουριστικούς προορισμούς, επειδή η συντριπτική πλειοψηφία των ατόμων που ήρθαν να την επισκεφθούν, ενδιαφέρθηκαν καθαρά και μόνο γι΄ αυτήν την ίδια.

Η Ελλάδα υπό το βλέμμα μιας καθηγήτριας
Την πρώτη φορά που πήρα μια γεύση από Ελλάδα, ήταν μέσω του φανταστικού παραθυριού των μαθημάτων ιστορίας στο Λύκειο. Θυμάμαι σήμερα, να περνούν μπροστά μου, ο Οδυσσέας  ο Αχιλλέας, ο Σωκράτης, ο Περικλής, ο Δημοσθένης, ο Αριστοφάνης, ο Αίσωπος, αλλά  και ο νεαρός Σπαρτιάτης που προτίμησε να πεθάνει παρά να ομολογήσει το λάθος του, και όλους τους πρωταγωνιστές της ελληνικής μυθολογίας που ήταν για μένα, οφείλω να το ομολογήσω, το πιο όμορφο συναισθηματικά εγχειρίδιο εκπαίδευσης που θα μπορούσε να φανταστεί κανείς.
Ξεκινώντας από την ελληνική γλώσσα  γνώρισα και την Ελλάδα. Μιλώντας γνωριζόμαστε. Δεν ήξερα ότι τα ελληνικά είναι μια μοναδική περίπτωση για τους γλωσσολόγους. Ήδη γραμμένη σε πήλινες πινακίδες που βρέθηκαν στη μυκηναϊκή Κνωσό, την Πύλο, τις Μυκήνες την Θήβα, η ελληνική γλώσσα, μας διηγείται ένα ταξίδι 3500 χρόνια πίσω στο χρόνο, ένα ταξίδι ενός ιδιαίτερου πλοίου, μιας κιβωτού, εκείνη της γλώσσας, που ωθείται από τον άνεμο της ανθρώπινης σκέψης και ήρθε στις ακτές μας για να ξεφορτώσει το πολύτιμο φορτίο με λέξεις από την αρχή του χρόνου.
Κατά το πρώτο μου μάθημα των αρχαίων ελληνικών γνώρισα, κατά κάποιο τρόπο, την Ελλάδα του σήμερα. ... δηλαδή την Ελλάδα που γνώρισα πριν μόλις μερικά χρόνια, που είναι τόσο λίγα μπροστά στην  αιωνιότητα.
Το μάθημα αυτό μου έδωσε μια αξέχαστη ανάμνηση. Ήμασταν μια μικρή ομάδα 12 μαθητών σε μια αίθουσα για 40 άτομα.  Η Καθηγήτριά μας, μας διηγήθηκε ένα της ταξίδι στην Ελλάδα, από την οποία είχε μόλις επιστρέψει. Μας είπε ότι τα καρπούζια, που της πρόσφεραν οι Έλληνες αγρότες, ήταν τόσο μεγάλα και τόσο βαριά που το 2CV της με το ζόρι ήταν σε θέση να μεταφέρει ένα. Δεν είχα δει ποτέ καρπούζι, αλλά φαντάστηκα τη σκηνή, και χωρίς να το καταλάβω, είχα δει ζωντανά την Ελλάδα για πρώτη φορά. Και ήταν μέσα από τα μάτια της Καθηγήτριας των Αρχαίων Ελληνικών. Μόλις μου είχε περιγράψει την περίφημη φιλοξενία των Ελλήνων. Αυτό ίσως εξηγεί την απλότητα, τη ζεστασιά, την εμπιστοσύνη που πάντοτε υπήρχαν μεταξύ των Ελλήνων και εμένα. Αισθάνθηκα ότι τους γνώριζα πριν τους συναντήσω. Σε κάθε περίπτωση, η νοσταλγική λάμψη της ευτυχίας που είδα στα μάτια της Καθηγήτριάς  μου με άγγιξε βαθιά και μου έδωσε μια θετική ιδέα του ταξιδιού.
Που να φανταστώ τότε, εγώ που ήξερα μόνο το προάστιό μου και ένα μικρό χωριό στις ακτές της Μάγχης, όπου γεννήθηκα και περνούσαμε υπέροχες διακοπές κάθε χρόνο, ότι θα πάω τόσες πολλές φορές σε μια Χώρα που πρωτογνώρισα μέσω μιας  απλής αντανάκλασης μέσα από τα μάτια της Καθηγήτριάς μου, λίγα λεπτά πριν ανοίξω το πρώτο βιβλίο ελληνικής γραμματικής, μιας χώρας που ήταν εντελώς άγνωστη σε μένα. Σήμερα ακόμα, όλα αυτά μου φαίνονται τυλιγμένα σε ένα υπέροχο μυστήριο.

Η Ελλάδα κράτησε πάντα τις υποσχέσεις της
Σε κάθε περίπτωση, οι υποσχέσεις που μου δόθηκαν μέσα από τα βιβλία της ιστορίας, των αρχαίων ελληνικών και μέσα από τα μάτια της Καθηγήτριάς μου, η Ελλάδα, τις κράτησε πολύ πιο πέρα από τις προσδοκίες μου.
Κάπως έτσι ξεκινάει ένα ταξίδι για την αρχαία Ελλάδα όπου ανακαλύπτουμε την Ελλάδα
του σήμερα, που μας οδηγεί στη συνέχεια πίσω στην αρχαία Ελλάδα και ούτω καθεξής, διότι η αιώνια ιστορία της Ελλάδας ζει έντονα και στο παρόν.
Επιπλέον, διότι η Ελλάδα είναι ωραία ενδιαφέρουσα, συγκινητική και φιλόξενη ευμενής, περιποιητική, ποτέ πληκτική ή βαρετή και πολύ συχνά ευδιάθετη. Η επιστροφή πίσω στην Ελλάδα, δεν είναι μόνο η ανυπομονησία να ξαναδούμε ή να ανακαλύψουμε τα αρχαία των ιστορικών πόλεων, τους θησαυρούς των μουσείων, το μοναδικό χρώμα της θάλασσας, την διασκέδαση στις ταβέρνες, την θετική ατμόσφαιρα, είναι και η επανένωση με τους θερμούς φίλους.

Η Ελλάδα και η Μεσόγειος
Δεν μπορούμε να μιλάμε για Ελλάδα χωρίς να παραπέμπουμε στη Μεσόγειο Θάλασσα, «τη μωβ θάλασσα», «τη θάλασσα με το χρώμα του κρασιού» τη θάλασσα που ο Όμηρος τραγούδησε σχεδόν 3000 χρόνια πριν.
Στο σημείο αυτό μου λείπει ο χρόνος. Θα ήθελα απλά να πω, ό,τι οι Έλληνες την ονόμασαν «η θάλασσα ανάμεσα στην ξηρά». Το όνομα αυτό παραμένει το ίδιο ως σήμερα ακόμη και στην αγγλική. Η Μεσόγειος Θάλασσα ήταν για καιρό ελληνική πριν γίνει το «Mare Nostrum» των Ρωμαίων. Σήμερα, αυτό που ενώνει τους λαούς της Μεσογείου, η μεσογειακή κουλτούρα, είναι πολύ ισχυρότερο από αυτό που τους χωρίζει. Ο Ελληνικός πολιτισμός βοήθησε πολύ σε αυτό.

Η Ελλάδα και η φιλοξενία
Α! Παρ΄ολίγο να ξεχάσω κάτι. Η Ελλάδα έδωσε ένα καταπληκτικό όνομα στην υποδοχή. Την ονόμασε «φιλοξενία», που σημαίνει ετυμολογικά αγάπη προς τον ξένο. Αυτό σημαίνει ότι όλοι όσοι πάνε στην Ελλάδα είναι καλοδεχούμενοι, γιατί απλούστατα, έτσι η Ελλάδα αντιλαμβάνεται την φιλοξενία. Διαπίστωσα αυτή την φιλοξενία όλα αυτά τα χρόνια, σε όλη την Ελλάδα, στα χωριά και στις πόλεις, είτε από πλούσιους ή φτωχούς, στο σπίτι τους ή στο εξωτερικό.

Επίλογος
Η Ελλάδα συνετέλεσε τα μέγιστα για να είμαι σήμερα ευτυχισμένος. Οφείλω βέβαια πολλά στην ανατροφή και την παιδεία που έλαβα.
Θέλω εδώ να τονίσω, πως πρέπει να έχει κανείς μεγάλες φιλοδοξίες για να επιτύχει να δώσει στα παιδιά, που τα χαρακτηρίζει η περιέργεια, να μάθουν όλη την ευτυχία που η Ελλάδα μπορεί να τους προσφέρει.
Παρά την αρνητική σημασία που έχει πάρει αυτή η λέξη, νιώθω ότι έχω ένα τεράστιο χρέος προς την Ελλάδα και τους Έλληνες.
Καθ’ όλα τα ταξίδια μου, ακόμη και αν υπό τις παρούσες συνθήκες αυτές οι λέξεις είναι δύσκολο να τις προφέρω, ανάμεσα σε όλους τους ανθρώπους που γνώρισα, έχω γνωρίσει μέχρι στιγμής μόνο μια ευτυχισμένη φυλή. Είναι οι Έλληνες.
Όλοι θα συμφωνήσουν ότι κανείς δεν μπορεί ποτέ να αφαιρέσει από την Ελλάδα ούτε την ιστορία, ούτε τον πολιτισμό, τους αρχαιολογικούς θησαυρούς της, ούτε την φιλοξενία, την φιλανθρωπία, ούτε τις ασύγκριτες θάλασσες και το φως της. Ωστόσο, ορισμένες περιστάσεις μπορεί να εμποδίσουν την Ελλάδα να εκμεταλλευτεί όλα τα προαναφερθέντα. Για όλους αυτούς τους λόγους, όσοι αγαπούν την  Ελλάδα και ανησυχούν γι 'αυτήν, θα πρέπει να την επισκεπτούν με κάθε τρόπο. Για να διατηρηθούν σε λειτουργία οι ακτοπλοϊκές και αεροπορικές συγκοινωνίες και όλα τα μέσα που μας οδηγούν σε εκείνη. Για να μπορούν να διατηρηθούν και να είναι επισκέψιμοι οι αρχαιολογικοί θησαυροί της. Για όλους εκείνους που μας υποδέχτηκαν και μας φιλοξένησαν, για να μπορέσουν αυτοί οι άνθρωποι να στηρίξουν τις οικογένειές τους πρέπει να φροντίσουμε όλοι για την ευημερίατης Ελλάδας.
Δεν έχουμε το δικαίωμα να είμαστε διστακτικοί: «Όλοι στην Ελλάδα!».

ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Το καλοκαίρι, μέσω της κοινής μας φίλης Μαρίας Τράκη, γνωρίσαμε τον κ. Jean-Yves Guilvard και τη σύζυγό του, φίλους και γείτονές της. Πρόκειται για ένα αξιαγάπητο ζευγάρι από τη Γαλλία που έχει αγοράσει το σπίτι της οικογένειας Βρεττού στην Ερμιόνη. Ένα μεγάλο μέρος του χρόνου περνούν στην πατρίδα μας, καθώς τρέφουν απέραντη αγάπη για την Ελλάδα και τους Έλληνες.
Η Μαρία μάς γνωστοποίησε άρθρο του Jean-Yves, δημοσιευμένο στο 29ο τεύχος του περιοδικού «ΕΑΡ ΠΝΟΗΣ» της Ελληνορθόδοξης Κοινότητας Νίκαιας - Κυανής Ακτής – Μονακό, μεταφρασμένο και στα ελληνικά.
Βρήκαμε εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αυτή την …«επίθεση φιλίας» και σας το προτείνουμε σήμερα, καθώς ο κ. Guilvard «μεταφέρει» στον κόσμο, σε μια εποχή κρίσης και κριτικής για τη χώρα μας, τα καλά και υγιή στοιχεία της ελληνικής κοινωνίας, με την ευγένεια, την ειλικρίνεια, την ανιδιοτέλεια και τον «πολιτισμό» που τον διακρίνει.
Ο κ. Jean-Yves Guilvard κατάγεται από ένα μικρό παραθαλάσσιο χωριό της Νορμανδίας. Έχει ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο με «ωκεανογραφικά καράβια» εργαζόμενος, αρχικά, ως αξιωματικός του Εμπορικού Ναυτικού και στη συνέχεια στον Τομέα Διαχείρισης Ζωντανών Πόρων της Θάλασσας. Τα τελευταία χρόνια ασχολείται συστηματικά με τη μελέτη της ιστορίας της Ελλάδας, της ελληνικής γλώσσας και της γραφής, με τα οποία είχε την πρώτη καθοριστική επαφή στα μαθητικά του χρόνια. Παράλληλα πραγματοποιεί τακτικά ταξίδια στην Ερμιόνη, καθώς τη θεωρεί δεύτερη πατρίδα του. Η προστασία της ιστορίας, της δημοκρατίας και του μεσογειακού χώρου είναι στα άμεσσα ένδιαφέροντά του.

Γιάννης Σπετσιώτης – Τζένη Ντεστάκου