Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2013

Θέατρο Σκιών (τελευταίο)

Του Γιάννη Λακούτση 

Τα  προηγούμενα άρθρα:
Οι απόψεις γέννησης του Καραγκιόζη δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένες (εδώ) 
Θέατρο Σκιών (2) (εδώ)
Θέατρο Σκιών  (3)(εδώ)


Θέατρο Σκιών (τελευταίο)

Χρίστος Βενεκάς η Πετρόπουλος  ( 1882-1930)

Καταγόταν από το Κρανίδι. Η πρώτη καταγεγραμμένη καλλιτεχνική του εμφάνιση, εντοπίζεται στα 1908 στο Αλκαζάρ.
 Ήταν μεν μαθητής του Χαρίλαου Πετρόπουλου από τον οποίο πήρε και το παράνομα Πετρόπουλος, αλλά μαθήτευσε και στον Μέμο Χριστοδούλου με τον οποίο συνεργάστηκαν  την περίοδο 1919-1920. Ο Βενεκάς είχε μεγάλη επιτυχία με τα ηρωικά έργα, αλλά διέπρεψε και στην κωμωδία με «αλμυρότατη πολιτική σάτιρα», κυρίως όταν ο τετραπέρατος  Καραγκιόζης του ντυνόταν τη βελάδα και τον σκούφο του Βενιζέλου, ενώ ο « στούρνος» Μπαρμπαγιώργης του, υποδυόταν τον αμίμητο αλλά και αθωότατο πάντα ρόλο του αντιβενιζελικού μπράβου. Και τα Κολλητήρια του παρίσταναν τους
 « ψωμοφάγους…μπολτσοβίκους» που τα ’καναν γυαλιά-καρφιά εκεί που δεν το περίμενε κανείς. Όπως διηγούνται εκείνοι που τον έζησαν, ο Βενεκάς, συνέθετε και στιχουργούσε  στη στιγμή και έπλαθε τους αυτοσχεδιασμούς του,με τόση  ταχύτητα και τέχνη  ώστε να κάνη τον ακροατή συμμέτοχο της παράστασης και τον Καραγκιόζη του «κωζέρ» που τον έβαζε να συνδιαλέγεται μαζί τους!

Η φιγούρα του Μέγαλεξανδρου από το περιοδικό " Θέατρο"
τεύχος 10 του 1963.
Κάπου πενήντα Λαρισινοί από τους πιο πνευματώδεις του καιρού εκείνου, που ήταν και περιώνυμοι γλεντζέδες, αποτέλεσαν την μεγάλη παρέα του Καραγκιόζη, που αναστάτωνε κάθε βράδυ το Φρούριο με τα αστεία τους και τον θαυμάσιο διάλογο που άνοιγαν μαζί του με τον  οποίο διασκέδαζαν με την ψυχή τους οι αμέτρητοι θεατές. Σύμφωνα με τα Απομνημονεύματα, του Σωτήρη Σπαθάρη, ο Βενεκάς παρά την επιτυχημένη καλλιτεχνική πορεία του, αντιμετώπισε πολύ σοβαρά οικονομικά προβλήματα, εξ αιτίας των οποίων οδηγήθηκε στον πρόωρο θάνατο και στην απότομη διακοπή  της καριέρας του.

Γιάννης Ρούλιας


Ο Γιάννης Ρούλιας καταγόταν από τo Καρπενήσι η από την Αμφιλοχία. Ανήκει στους σημαντικότερους εκπροσώπους της Ηπειρωτικής Σχολής του Καραγκιόζη.
Δραστηριοποιήθηκε καλλιτεχνικά στη Δυτική Ελλάδα, συνεργαζόμενος με τον Δημήτρη Σαρδούνη ( Μίμαρο). Θεωρείται βασικός εμπνευστής της φιγούρας του Μπάρμπαγιώργου. Η καλλιτεχνική του καριέρα συνεχίστηκε στην Αθήνα.
Είχε ως ορμητήριο το θεατράκι στην οδό Σταδίου «  Ο  ΜΠΑΡΜΠΑΓΙΩΡΓΟΣ».
Με την αυγή του 20ου αιώνα η καριέρα του άρχισε να φθίνει, με αποτέλεσμα
να χαθεί από το καλλιτεχνικό προσκήνιο. Πέθανε το 1905.

Η νεκρολογία γραμμένη από τον Ζαχαρία  Παπαντωνίου,
δημοσιεύθηκε στην εφημ. ΣΚΡΙΠ στις 20/3/1905.

ΜΠΑΡΜΠΑ ΓΙΩΡΓΟΣ
Ο Ρούλιας, ο άνθρωπος που έπαιζε τον Καραγκιόζην, αλλά και τον συνεπλήρωσε, δημιουργήσας τον Μπάρμπα Γιώργον, εκηδεύθη με όλην την συνηθισμένην
εις τας κηδείας των δημιουργών ασημότητα. Από τους ανθρώπους της Πλάκας,
του Βατραχωνησίου, των Αέρηδων, της Γαργαρέτας που εγέλασαν τρικυμιωδώς
εξαιτίας του, κανείς βέβαια δεν έκλαψε. Πέθανε ο Ρούλιας και έπειτα;
Ο Μπάρμπα Γιώργος μένει. Οι δημιουργοί ας πεθαίνουν, οι ήρωες
μόνο να ζουν. Και βέβαια ο Μπάρμπα Γιώργος ζει, μολονότι πέθανε ο Ρούλιας.
Αλλ’ αφού είναι βέβαιον ότι τα άψυχα κλαίουν, το τενεκεδένιο η χάρτινον
εκείνο πλάσμα του ξυνογαλατά πρέπει να είναι πολύ θλιμμένον. Οι δημιουργοί
είναι σπάνιοι, όπως οι πρωτομάρτυρες, οι δε μιμηταί, οι αναπαραγωγοί, οι βιομήχανοι είναι πολλοί. Η ιστορία τουλάχιστον αυτή η ιστορία της ημέρας που γράφομεν ημείς, δεν ημπορεί ν’ αφήσει απαρατήρητον ένα τέτοιον θάνατον. Τουλάχιστον τον θόρυβον
να κάμη γύρω σ’ αυτόν  και φτάνει. Ο Ρούλιας μόνον μίαν λεπτομέρειαν της ζωής του μας άφησεν ότι κατήγετο από το Καρπενήσι. Ήλθεν εις τας Αθήνας να κάμη τον Καραγκιόζην- τούτο δεν είναι περίεργον δια τον πολυσύνθετον εκείνον λαόν της Ευρυτανίας- αλλά δεν ήλθε μόνος. Ήλθε διπλός. Έφερε μαζί του από το Βελούχι ένα τεράστιον φουστανελά. Τι εστί Μπάρμπα Γιώργος; Κύριοι, όλα τα πράγματα θέλουν κριτικήν.
(Μπαρμπαγιώργης)
  Αλλά ο Μπάρμπα Γιώργος βουνό ανθρώπινον δεν θέλει κριτικήν.
Είναι ποίησις και θέλει λαόν για να τον κρίνει. Ο Ρούλιας αποθνήσκων δεν απελογήθη πως και γιατί τον εδημιούργησεν.Τα αυθόρμητα δεν λογοδοτούν.
Ένα είναι βέβαιον, πως ο Μπάρμπα Γιώργος, πάνοπλος με την πλατυστομίαν του αναπηδήσας από το κεφάλι του πλάνητος αυτού, ήτο ανάγκη της ελληνικής ψυχής.
Ο Μπάρμπα Γιώργος ανέβηκεν εις το φωτισμένον πανί της σκηνής του Καραγκιόζη για να πολεμήσει τον Βεληγκέκαν. Για να εκδικηθεί τον Αλβανόν, να κτυπήση την αυθαιρεσίαν, να προστατεύσει τους αδυνάτους, τον Καραγκιόζη, τον Χατζηαβάτην, τον Φρίγον. Η σκηνή ήτο πτωχή. Υπήρχε μία βία κυριαρχούσα, ο Βεληγκέκας, και δεν υπήχεν η αντίδρασις. Η αντίδρασις έπρεπε να γεννηθεί και έπρεπε να είναι αντίδρασις όχι από τον αρχαίον κόσμον βγαλμένη, όχι Κίμων, όχι Μέγας Αλέξανδρος
αλλ’ από την μετά το ’21 ζωήν, από το σήμερον, από την στάνην, από την Ρούμελη.
Να είναι Μπάρμπα Γιώργος. Ένα βράδυ αιφνιδίως το κοινόν που ήτο συνηθισμένον να βλέπει τα πάντα και τους πάντας απειλούμενους η δερνόμενους από τον χατζαροβριβή Αλβανό, είδε αιφνιδίως ενώπιον του ένα τεράστιο φουστανελάν.
Το φως του λύχνου τον εμεγένθυνε η σκιά ήτο τρομερά. Ο όγκος αυτός έπρεπε
επί τέλους να εξηγηθεί τι διάβολο ήτο; Ήτο λόφος, βράχος, βουνό, άνθρωπος;…
Η κάθοδος του από την στάνην ήτο πανηγυρική η δε περιγραφή των ειδών, αντικειμένων και μπιχλιμπιδίων της τουαλέτας του είχε κάτι εκ του Ομηρικού
της ασπίδος του Αχιλλέως. Όπως το κατάλληλον μοτίβο προαναγγέλει την είσοδον
των ηρώων εις το μελόδραμα, αγαλλιαστικός ήχος κουδουνιών κυπρίων γιδοπροβάτων και μανδροσκύλων γαύγισμα, προανήγγειλε την κάθοδον
του ξυνογαλατά… Ω ηθογραφία, ω ακρίβεια χαρακτηρισμού, ω δύναμις λαϊκή,
από πού βγαίνεις; Ούτω προαναγγελλόμενος, ούτω βροντών δια περιγραφικής εκτυφλωτικής αναγγελίας, δια μουσικής κουδουνιών προβάτων, κατέβαινεν
ο αθάνατος τον τρόμον σπείρων .Ο Ρούλιας τέτοιον ειλικρινή πλατύστομον άνθρωπον δεν τον έκαμεν  Πελοποννήσιον τον έκαμε Ρουμελιώτην.
Ήτο και εις τούτο σοφός γνώστης των πραγμάτων .
Πόσοι θάνατοι είναι περισσότερον ασήμαντοι από τον δικόν σου φτωχέ
ηθογράφε, δυστυχισμένε δημιουργέ, άνθρωπε του λαού, που ελέγεσο Ρούλιας! 
Ώρα καλή.
                                                                                               

Πηγές: ΕΛΙΑ,  Δρ. Δημ. Σταθακόπουλος- Πάντειο, Εφημερίδες: ΑΘΗΝΑ 1854,
Η Ταχύπτερος Φήμη 1852,  Γενική Εφημερίς της Ελλάδος 1827,
Παναθήναια 1907, Εμπρός 1899, ΣΚΡΙΠ 1905.
Περιοδ. Νέα Εστία, Θέατρο 1963.
Φωτο: ΕΛΙΑ, Νέα Εστία, Θέατρο.