Παρασκευή 6 Νοεμβρίου 2015

ΤΑ ΤΑΓΜΑΤΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ



ΤΑ ΤΑΓΜΑΤΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Δημήτρης Τουτουντζής 
Τα Τάγματα Ασφαλείας, ιδρύθηκαν από την κατοχική κυβέρνηση του Ιωάννη Ράλλη το Φθινόπωρο του 1943 ως απάντηση στην αδελφοκτόνο δραστηριότητα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, η οποία είχε ήδη καταστεί εμφανής από τα προηγούμενα χρόνια. Αποστολή τους ήταν η προστασία των καταδιωκομένων από τον ΕΛΑΣ, που καταδυνάστευσε όπως αποδείχθηκε, το λαό της υπαίθρου. Εξοπλισμένοι από τους Άγγλους οι αντάρτες του ΕΛΑΣ τρομοκρατούσαν κυριολεκτικώς την ύπαιθρο χώρα και εξόντωναν κάθε πολιτικό αντίπαλο. Τούτο παραδέχτηκε αργότερα και ο Τσώρτσιλ, μιλώντας την 18η Ιανουαρίου 1945 στην Αγγλική Βουλή. Μεταξύ των άλλων είπε ότι οι κομμουνιστές είχαν εξαπατήσει τους Άγγλους και τους είχαν εξοπλίσει, αλλά αντί να πολεμούν τους Γερμανούς, αυτοί προετοιμάζονταν να καταλάβουν στην κατάλληλη στιγμή την εξουσία στην Ελλάδα διά της βίας.
Η ίδρυση των Ταγμάτων Ασφαλείας, εντάσσεται στη γενικότερη προσπάθεια του Ιωάννη Ράλλη για επανασύσταση της Ελληνικής Χωροφυλακής, ώστε η ασφάλεια των πολιτών να βρίσκεται περισσότερο σε χέρια ελληνικά παρά σε εκείνα των κατακτητών. Παράλληλα το στρατιωτικό αυτό σώμα εκτός από την τήρηση της
τάξεως θα αναλάμβανε να ανακόψει την ανοδική πορεία και επικράτηση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, που είχε πραγματοποιηθεί με την τρομοκρατία του λαού στην ύπαιθρο, έως ότου φθάσει ο ελληνικός στρατός από τη Μέση Ανατολή. Αυτές ήταν οι προθέσεις του κατοχικού πρωθυπουργού Γιάννη Ράλλη. Η ίδρυσή τους τελούσε εν γνώσει της ελληνικής κυβερνήσεως της Μ. Ανατολής και είχε αναγνωρισθεί  η αποστολή τους από πολλά μέλη της κυβερνήσεως του Καϊρου και από τον ίδιο το Γεώργιο Παπανδρέου. Έτσι ιδρύθηκαν  αρχικά δύο τάγματα στην Αθήνα και αργότερα στη Θεσσαλονίκη, στην Πάτρα και σε άλλες περιοχές. Η επάνδρωσή τους στην αρχή έγινε με εθελοντές. Επειδή όμως παρεισέφρησαν και πολλά τυχοδιωκτικά και επικίνδυνα άτομα, η στρατολόγηση συνεχίστηκε με προσωπικές προσκλήσεις. Στις αρχές όμως του 1944 όταν οι διώξεις των κομμουνιστών εις βάρος του πληθυσμού πολλαπλασιάστηκαν, πολλοί κατατάχθηκαν εθελοντικά στα Τάγματα Ασφαλείας, για να σώσουν τη ζωή τους. Επικεφαλής των Ταγμάτων Ασφαλείας τοποθετήθηκαν λαμπροί αξιωματικοί του ελληνικού στρατού που είχαν κατορθώσει να διασωθούν, όταν οι ένοπλες εθνικές ομάδες αντιστάσεως στις οποίες ανήκαν συντρίφτηκαν και διαλύθηκαν από τον ΕΛΑΣ.
Η Γερμανική Στρατιωτική Διοίκηση Κατοχής στην αρχή είχε σοβαρές επιφυλάξεις για την ίδρυση ενός τέτοιου στρατιωτικού σώματος, διότι δεν ήθελε να βρίσκεται πολύς οπλισμός σε ελληνικά χέρια και διότι γνώριζε ότι η ηγεσία του ήταν Έλληνες αξιωματικοί, οι οποίοι κατά πλειοψηφία είχαν εκδηλωθεί με το μέρος των Άγγλων. Όταν όμως ο Ράλλης ανέλαβε το Υπουργείο Άμυνας και αφού οι Γερμανοί έλαβαν υπόψη ότι οι αξιωματικοί ήταν αντικομμουνιστές, επέτρεψαν την ίδρυσή τους χωρίς όμως να παύσουν να τα βλέπουν με καχυποψία. Είναι γεγονός ότι τα Τάγματα Ασφαλείας δημιουργημένα με την έγκριση και την υλική βοήθεια των κατακτητών δεν ήταν δυνατό να είναι συμπαθή στον ελληνικό λαό. Εν τούτοις έγιναν συμπαθή όταν ο ΕΛΑΣ εξαπέλυσε έντονο και ξεκάθαρο εμφύλιο πόλεμο, οπότε οι άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας θεωρήθηκαν προστάτες των διωκομένων. Δεν υπάρχει επίσης αμφιβολία ότι στις επιχειρήσεις των Γερμανών εναντίον των δυνάμεων του ΕΛΑΣ σε ορισμένες περιπτώσεις χρησιμοποιήθηκαν και τα Τάγματα Ασφαλείας, όπως και
κατά τις συγκεντρώσεις ελλήνων πολιτών, ιδίως στην Αθήνα, για να σταλούν στη Γερμανία σε καταναγκαστική εργασία. Επόμενο ήταν επίσης να έχουν εισχωρήσει, παρά την επιθυμία και εν αγνοία των αξιωματικών, και ορισμένα στοιχεία που έπαιξαν το ρόλο του δωσίλογου και του συνεργάτη των κατακτητών. Παρόλα αυτά κατά την ταραγμένη εκείνη περίοδο, που η Ελλάδα βρισκόταν στην κόψη του ξυραφιού, η παρουσία των Ταγμάτων Ασφαλείας βοήθησε στην επιβίωση πολλών Ελλήνων που είχαν προγραφεί από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, καθώς και στη διατήρηση κάποιας ισορροπίας των πολιτικών δυνάμεων που διευκόλυνε την άφιξη στην Ελλάδα του Παναγιώτη Κανελλόπουλου και του Γ. Παπανδρέου. Είναι αναγκαίο και δίκαιο να επαναλάβουμε ότι οι αξιωματικοί που πλαισίωναν τα Τάγματα Ασφαλείας δεν είχαν καμία διάθεση να γίνουν όργανα του εχθρού. Απεναντίας αυτοί είχαν πολεμήσει τους Γερμανούς και τους Ιταλούς και οι περισσότεροι είχαν ιδρύσει αρχικώς ένοπλες αντιστασιακές ομάδες κατά των κατακτητών. Αντίθετα οι ηγετικές και διοικητικές θέσεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ επανδρώνονταν πάντοτε με κομμουνιστές έτσι ώστε τα μέλη του ΚΚΕ, τα οποία αποτελούσαν τη μειοψηφία στο λαϊκό κίνημα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, να διατηρούν τον πλήρη και αποκλειστικό έλεγχο. Στην Πελοπόννησο τα Τάγματα Ασφαλείας διοικούμενα από έμπειρους αξιωματικούς και βοηθούμενα από τον πληθυσμό είχαν κατορθώσει να επιβληθούν σε όλες τις πόλεις, σε πολλά χωριά και στους κυριότερους συγκοινωνιακούς κόμβους.
Τέλος, για τα Τάγματα Ασφαλείας έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής: Αν οι αξιωματικοί και οι άνδρες ήταν γερμανόφιλοι, θα είχαν συνεργαστεί με τους κατακτητές από την αρχή της κατοχής, όταν η Γερμανία φαινόταν αήττητη και έδινε την εντύπωση ότι θα κυριαρχούσε, όπως έπραξαν στις ευρωπαϊκές χώρες όσοι συνεργάστηκαν με τους ναζί και έγιναν συνειδητά και δραστήρια όργανά τους. Αντίθετα ο ελληνικός λαός γύρισε την πλάτη στους Γερμανούς, κάνοντας με κάθε τρόπο αντίσταση. Και μόνο στο τέλος της κατοχής, που ήταν πλέον φανερό ότι η Γερμανία έχανε τον πόλεμο και η αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων ήταν ζήτημα ολίγων μηνών, πολλοί Έλληνες αναγκάστηκαν να πλησιάσουν τους Γερμανούς και να ενταχθούν στα Τάγματα Ασφαλείας για να προστατευθούν από τις φονικές διώξεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ.  
Πάντως στο κεφάλαιο των Ταγμάτων Ασφαλείας, όπως και σε αρκετά άλλα της σκοτεινής και αδελφοκτόνου εκείνης εποχής, η Ιστορία δεν έχει εκφέρει την τελική κρίση της. Τα γεγονότα θα περιμένουν για πολλά χρόνια ακόμη τον αμερόληπτο και ψυχρό ερευνητή, για να διατυπώσει με κάθε αντικειμενικότητα την κρίση της Ιστορίας. Το βέβαιο είναι ότι τα Τάγματα Ασφαλείας στάθηκαν εμπόδιο στα σχέδια του ΚΚΕ, που πλήρωσε ακριβά την ύπαρξή τους, ιδίως στην Πελοπόννησο και την Αττική. Χωρίς τη δράση τους η Ελληνική Κυβέρνηση που έφθασε από τη Μ. Ανατολή μετά την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων θα εύρισκε ένα καλά οργανωμένο κομμουνιστικό καθεστώς, στο οποίο δεν θα υπήρχε χώρος για άλλη πολιτική παράταξη.
Απαλλαγμένοι σήμερα ύστερα από τόσα χρόνια από τα πολιτικά πάθη της εποχής εκείνης και παραμερίζοντας όσο μπορούμε το διαχρονικό ελάττωμα της φυλής μας να αμείβουμε με αχαριστία τολμηρούς πολιτικούς άνδρες που σε κρίσιμες περιστάσεις ανέλαβαν τον κίνδυνο, όπως αρμόζει στους πραγματικούς ηγέτες, να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στον πάσχοντα λαό εν γνώσει του ενδεχομένου να κατηγορηθούν, θα αποτολμήσουμε να πούμε ότι οι κατοχικές κυβερνήσεις και ιδιαίτερα εκείνη του Ιωάννη Ράλλη προσέφεραν
μεγάλη ανακούφιση στον χειμαζόμενο ελληνικό λαό. Η πιο ουσιαστική προσφορά τους είναι ότι απέτρεψαν την υπαγωγή της Ελλάδος υπό την άμεση Γερμανική ή Ιταλική διοίκηση, εξασφάλισαν στο μέτρο του δυνατού τη συντήρηση χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων και των οικογενειών τους και κράτησαν σε λειτουργία, έστω και στοιχειωδώς, την κρατική μηχανή, η οποία όχι σπανίως συγκάλυπτε και τις ενέργειες της Εθνικής Αντίστασης. Θέλει όμως αρετή και τόλμη η αναγνώριση τω ν υπηρεσιών αυτών, όπως ήταν και η απόφαση του Ιωάννη Ράλλη να συγκροτήσει τα Τάγματα Ασφαλείας, προκειμένου να αποτρέψει τον κίνδυνο να περιέλθει η Ελλάδα στο <<Σιδηρούν Παραπέτασμα>>. Η εξέλιξη των πραγμάτων τον έχει δικαιώσει. Τι θα ήταν σήμερα η Ελλάδα, αν μετά την απελευθέρωση είχε βρεθεί στο Ανατολικό Μπλόκ; Και μόνο αυτή η σκέψη αρκεί για να καταδείξει τη διορατικότητά του και να δικαιολογήσει την ίδρυση των Ταγμάτων Ασφαλείας.
Πηγή: Το βιβλίο του Κώστα Αθ. Σαραντόπουλου <<Μαρτυρία 1944>>. Εκδόσεις Αρμός.