Δευτέρα 29 Φεβρουαρίου 2016

ΟΙ ΔΙΑΡΠΑΓΕΣ ΤΟΥ ΓΡΙΒΑ ΣΤΟ ΚΡΑΝΙΔΙ (ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ)



Η έκκληση στους Υδραίους. (Οι διαρπαγές του Γρίβα, Μέρος δεύτερο). 


Του Δημήτρη Τουτουντζή
 
Οι Κρανιδιώτες, επειδή σύμφωνα με τις πληροφορίες που είχαν από τους ανθρώπους τους, ήταν άμεση η απειλή για επίθεση του Γρίβα και μάλιστα με ισχυρή δύναμη, έχοντας κι’ αυτοί εξασφαλίσει την βοήθεια των Σπετσιωτών, έγραψαν ακόμα και στους Υδραίους. Με το γράμμα τους εξιστορούσαν τα γεγονότα κι εζητούσαν την ενίσχυσή τους.. Κι’ επειδή είναι διαφωτιστικό για την εσωτερική κατάσταση, παραθέτουμε τα κυριώτερα σημεία του, γιατί είναι πολύ μεγάλο:
<<…Ο Γρίβας (έγραφαν) γνωστός εις όλους διά τας μέχρι τούδε διαφόρους κακουργίας του, μισητός από όλους τους αληθείς πατριώτας διά τας Αληπασσαλίδικας καταχρήσεις του, επεχειρίσθη εσχάτως ήδη του σκοπού του και εναντίον μας, θέλων να δικαιολογή τας κακουργίας του διά την γνωστή σας ίσως υπόθεσιν του Θερμισίου. Ημείς πολλάκις τον προσεκαλέσαμεν εις κρίσιν διά να θεωρηθώσιν τα μεταξύ μας δίκαια, να παρθή οπίσω το μέρος το οποίον του επάρθη, καθώς λέγει, και να προσδιορισθή επισήμως η ποιότης της νεοφανούς αυτής προσόδου του άλατος. Αυτός όμως, ενώ δεν εισήκουσεν εις τα γραφόμενά μας ποτέ, ενώ κατεφρόνησε τας αλλεπαλλήλους περί τούτου προσκλήσεις της Κυβερνήσεως αθετών κάθε νόμον και δίκαιον, και φύσει κακούργος πλεονέκτης, μας ήρπασε το καλοκαίρι τόσα βόδια έμπροσθεν της Διοικήσεως, μας εφυλάκωσε δυναστικώς μέχρι τούδε τον Ιωάννην Ζέρβαν και άλλους συμπολίτας μας, έβγαλε να πωλήση ως Τούρκος σκλάβον συμπολίτην μας εις την αγοράν του Ναυπλίου, μας καθήρπασε προλαβόντως τόσα καματερά από το Ίρι, απογδύσας και όλους
τους εκείσε ευρισκομένους συμπολίτας μας και αδελφούς σας, και τώρα αλλεπαλλήλως μας φοβερίζει καθημερινώς ότι θέλει ορμήσει άφευκτα και εις αυτά τα οσπίτια μας, διά να κάμη τα χειρότερα αφ’ όσα έκαμεν εις τους δυστυχείς συμπολίτας μας και άλλους. Και εις τους δολερούς αυτούς σκοπούς του πάσχει να συμπεριλάβη και τους λοιπούς Ρουμελιώτας διά να σκεπάση τας εδικάς του φρικώδεις κακουργίας. Εις όλα αυτά ημείς του διεμαρτυρήθημεν, του εγράψαμεν να ησυχάση και εάν έχη δίκαια, θεωρούνται με τον νόμον. Αυτός δεν έπαυσε. Εσφάλισε το εμπόριον των συμπολιτών μας και δεν εντράπη εσχάτως να καθυβρίση και τους αδελφούς Σπετζιώτας, οι οποίοι φιλοτιμούμενοι και σεναισθανόμενοι τας καταχρήσεις αυτού του κακούργου ηθέλησαν και ενήργησαν να μας υπερασπισθώσιν. Η Σ. Βουλή εγνώρισε τα δίκαιά μας. Οι αδελφοί Σπετζιώται ανέλαβον ως φιλοδίκαιοι την υπόθεσιν ως εδικήν των και ημείς είμεθα εις σταθεράν απόφασιν να υπερασπισθώμεν ενόπλως την τιμήν μας. Ο Θεός να βοηθεί διότι είναι προστάτης του δικαίου και μισεί την κακουργίαν. Οι αδελφοί Σπετζιώται μας συμμαχούσι διότι βλέπουσι την ατιμίαν και αδικίαν, και όλοι οι ενοχλημένοι περίοικοί μας είναι αποφασισμένοι να μας βοηθήσωσι.
    Ευγενέστατοι πρόκριτοι! Από τα εσώκλειστα επίσημα αντίγραφα βεβαιώνεσθε τα μεγάλα δίκαιά μας, την κακουργίαν αυτού του μοχθηρού τέρατος του Παλμηδίου και την οποίαν μας δίδουσιν υπεράσπισιν τόσοι πατριώται ομογενείς. Δεν εντρέπεται να γράψη ότι αυτός εστερέωσε την ανεξαρτησίαν της Ελλάδος, δεν συστέλλεται να καθυβρίζη όλους κα να αμαυρώση τόσα αίματα, τόσους αγώνας, τόσας θυσίας χρηματικάς αιξερέτως των φιλόπατρίδων Υδραίων. Επιχειρίζεται ακόμη ο κακούργος να μας προσάπτη την κατηγορίαν ότι είμεθα όλο άδικοι, φονείς διά την συμβάσαν αταξίαν μιας τράτας, οι στρατιώται της οποίας ήσαν ξένοι και ακτήμονες, ενώ προς τας αναριθμήτους άλλας μιαιοφονίας του, προχθές ακόμη ήρπασε δύο στάνες και εσκότωσε δύο αθώους>>.       Σε συνέχεια τους παρακαλούσαν να τους βοηθήσουν και να μην αφήσουν να ατιμασθούν από τις καταχρήσεις <<τούτου του νέου τυράννου>>. Αφού και όταν καλούσαν οι Υδραίοι, φάνηκαν πάντοτε πρόθυμοι να αγωνιστούν μαζί τους και <<να συναποθάνουν με τους ενδόξους αγώνας>> τους. Και είχαν τη βεβαιότητα, ότι δεν θα γελαστούν στις ελπίδες τους. <<Γνωρίζετε τους (γράφουν) την ανάγκην μας. Γνωρίζετε προ πάντων, ότι τα τόσα αίματά σας, οι τόσοι θρίαμβοί σας δεν εχύθησαν ούτε κατορθώθησαν κατά των Τούρκων, αλλά κατά της τυραννίας>>. Γι’ αυτό,δεν έπρεπε τώρα μπροστά στα μάτια τους, και τη δύναμή τους, ν’αφήσουν <<να τυραννή και να μολύνη τους στρατιώτας σας, αυτούς τους αδελφού σας (Κρανιδιώτες), ένας νέος τύραννος, ένα τέκνον του Αλή Πασά, ένας απάνθρωπος, βδελυρός και αχρείος άνθρωπος, όπως ο Γρίβας. Τους πληροφορούσαν ακόμα, ότι μερικοί Ρουμελιώτες, καπεταναίοι, κατηγορούσαν το Γρίβα για τις κακουργίες του <<και ότι δεν του είναι βοηθοί εναντίον ομογενών>>. Αλλά και <<πολλοί σημαντικοί Πελοποννήσιοι, μη υποφέροντες πλέον αυτό το τέρας, αυτόν τον ομολογούμενον ληστήν και φθορέα του Ναυπλίου, είναι έτοιμοι να μας υπερασπισθώσιν όπως ημπορούν. Ημείς θέλομεν προκρίνει διά την τιμήν μας τον θάνατον όλοι>>. Και οι Κρανιδιώτες, ετελείωναν το γράμμα τους μα τα ακόλοθα: <<Γνωρίζοντες κύριοι, τα φιλότιμα αισθήματά σας, κρίνομεν να σας προσθέσωμεν ότι είναι δίκαιον και ανάλογον της δόξης του ονόματός σας, να γράψετε υπέρ της περιστάσεώς μας προς την Σ. Βουλήν. Βεβαιωθήτε, ότι αυτή η πράξις σας θέλει λάβει προς τα άλλα τον έντιμον τόπον εις τας εφημερίδας και την ιστορίαν του έθνους.  Ημείς δε εις τούτο είμεθα τόσον βέβαιοι, καθόσον επληροφορήθημεν δι’ επίτηδες γράμματος από Αίγιναν ότι ο αγαθός συμπολίτης σας και άξιος Βουλευτής Κ. Δημήτριος Κριεζής ωμίλησεν εις το βουλευτικόν ως Υδραίος. Ιδού και η περίοδος του γράμματος τούτου προς περισσοτέραν πληροφορίαν σας! <<Η επιθυμία των Πελοποννησίων και όλων όσοι κρίνουν ορθώς και πατριωτικώς τα πράγματα, δεν είναι παρά να ιδούν αισθήματα φιλότιμα εκ μέρους των Κρανιδιωτών εναντίον αυτού του μελετουμένου κινήματος του Γρίβα. Εάν τούτο γένη, είναι εις γνώμην να κινηθούν πολλοί διά τας επαρχίας των, διά να παράσχουν βοήθειαν. Ο κύριος Κριεζής ωμίλησεν πολλά αισθαντικά λέγων ότι οι ναυτικού νήσοι δεν θέλουν αδιαφορήσει εις τοιαύτα κινήματα του μοχθηρού Γρίβα και των γειτόνων των>>.
    Παρακαλούμεν και πάλιν διά να αξιωθώμεν απόκρισίν σας, κύριοι και μένομεν ευσεβάστως.
Οι αδελφοί σας δημογέροντες και λοιποί κάτοικοι Κρανιδίου.
      Εκ του Κρανιδίου τη 22 δεκεμβρίου 1827.

Ο κίνδυνος για εμφύλιο πόλεμο και ο συνασπισμός των Ρουμελιωτών.
    Οι Υδραίοι, δεν έμειναν αδιάφοροι στην έκκλησή τους. Καθώς γράφει ο Κασομούλης, ο Κρανιδιώτης οπλαρχηγός Νάκης, τον εβεβαίωσε στην Αίγινα, ότι οι Υδραίοι <<κινημένοι από συμπάθειαν>>, ήσαν  σύμφωνοι και <<συμμέτοχοι του σκοπού, του να διωχθούν οι Ρουμελιώται από την Πελοπόννησον ως καταχρηστικοί και άνθρωποι χωρίς εστίαν>>. Αλλά και ο Κολοκοτρώνης που είχαν ζητήσει την επέμβασή του οι Κρανιδιώτες, είχε διατάξει τον Τσώκρη, τον Παναγ. Νοταρά και άλλους να τους βοηθήσουν κι’ έστειλε και το Γενναίο με 3.000 στρατιώτες. <<Ήτον (διηγιέται) τα Πελοποννησιακά στρατεύματα κατεβασμένα έως τρεις χιλιάδες με το Γενναίο διά να πολεμήσουν την τυραννίαν του Γρίβα, διότι λογάριαζε να πάη να χαλάση το Κρανίδι>>. Είχαν λοιπόν κινητοποιηθεί Κρανιδιώτες από γειτονικές περιοχές, Φαναρίτες, Σπετσιώτες, Υδραίοι και Πελοποννήσιακά στρατεύματα ν’ αντικρούσουν την επίθεση του Γρίβα. Όμως τώρα πια, με τη συγκέντρωση και άλλων στρατευμάτων στην Αργολίδα, η κατάσταση είχε πάρει γενικώτερη και πιο σοβαρή εξέλιξη, με άμεσο κίνδυνο να ξεσπάσει εμφύλιος πόλεμος. Δεν ήταν πια το Κρανίδι που κινδύνευε. Ήταν η επαναστατημένη Ελλάδα που στην κρισιμώτερη στιγμή της, βάδιζε για νέο αδελφοκτόνο πόλεμο μ’ αντιμέτωπους Νησιώτες, Μοραϊτες και Στερεοελλαδίτες. Οι Ρουμελιώτες, ή σκόπιμα, ή γιατί το πίστευαν, άρχισαν να διαδίδουν, ότι οι Πελοποννήσιοι, είχαν συνωμοτήσει εναντίον τους να τους διώξουν και δεν άργησαν να ενωθούν. Η μισή δύναμη του <<Α΄Σώματος>> που είχε την έδρα του στην Ακροκόρινθο <<κατεπλάκωσεν τα χωριά της Κορινθίας και του Άργους>>, ενώ ο Κ. Τζαβέλλας, επήγε στο Ναύπλιο να επιτύχει συμβιβασμό. <<δεν ηξεύρω βεβαίως (παραδέχεται ο Κασομούλης) ώστε να το ομολογήσω εν συνειδότι, από τα κινήματα όμως των έξω, της υπαίθρου χώρας, και την διάθεσιν μερικών γνωστών Πελοποννησίων του αυτού κόμματος υποπτεύσαμεν γενικήν συμφωνίαν Πελοποννησιακήν κατά Ρουμελιωτών. Η δημογεροντία της Κορίνθου, διά τα όσα συνέβησαν (που είχε αρπάξει το Α΄ Σώμα 1.500 πρόβατα) διεμαρτύρετο εις την επιτροπήν της Ακροκορίνθου, κηρύττουσα απειλητικώς πόλεμον. Η επιτροπή της Κορίνθου τον απεδέχθη, και έγραψεν αμέσως την είδησιν ταύτην προς τα διάφορα σώματα προσκαλώντας την προσοχήν των και ζητώντας να τρέξουν αμέσως καθώς και προς όλους μας να συναχθούμεν. Και ειδοποιήσαμεν παρομοίως, όσους φίλους είχαμεν, ακόμη και τα εις Τρίκερη στρατεύματα, και όπου αν ευρίσκετο Ρουμελιώτης. Και ούτως προετοιμάζετο ένας πόλεμος γενικώτερος αναμεταξύ μας Ρουμελιώται και Πελοποννήσιοι, χωρίς να εξηγηθούμεν πρώτον, παρά οδηγούμενοι μόνον από τα περασμένα και ενεστώτα μερικά συμβεβηκότα, και ούτω να θέσωμεν όλον
το Έθνος εις κίνδυνον.>>. 
    Από το άλλο μέρος, ο Στ. Γρίβας και ο Στράτος, μετά τις φοβερές διαρπαγές τους στην Αργολίδα και τον εξαναγκασμό τους να γυρίσουν στο Ναύπλιο, εσχεδίαζαν να εκδικηθούν τους Μοραϊτες, που ήσαν εκεί και αργότερα, να ερημώσουν πάλι το Άργος. Και ο Θ. Γρίβας, που δεν αποτολμούσε πια επίθεση στο ενισχυμένο Κρανίδι, αδιόρθωτος πάντα και άπληστος έστρεφε την ανικανοποίητη οργή του στους δυστυχισμένους Ναυπλιώτες. Τους απειλούσε και τους έδινε προθεσμία μάλιστα μέχρι τις 7 του Γενάρη, αν δεν ικανοποιούσαν τις αρπαχτικές απαιτήσεις του, ότι <<θα εβομβάρδιζε την πόλιν και θα εξαπέλυε τους ενόπλους του εναντίον των οικιών των>>. Οι Ναυπλιώτες, κατατρομαγμένοι κλείστηκαν στα σπίτια τους, με την αγωνία να τους επιτεθούν από ώρα σ’ ώρα, οι πραιτωριανοί του Θ. Γρίβα, να τους γυμνώσουν και <<να τσακίσουν>> τα κόκκαλά τους, όπως είχαν κάμει στα Μέγαρα και το Άργος. Και ότι αυτό, είχε γίνει πραγματικά, το είπε στο Γρίβα και ο βουλευτής Δημητρακόπουλος, στη συνεδρία της Βουλής (24.8.1845) : << Ήθελες να γίνη το σύνταγμα, καθώς το έκαμες εσύ εις τα Μέγαρα, να τσακίσης κόκκαλα>>. Και ο Βλαχογιάννης, που το αναφέρει, συμπληρώνει: <<ο Γρίβας δεν απάντησε. Ο Θ. Γρίβας, αλήθεια τσάκισε κόκκαλα βασανίζοντας τους χωριάτες>>. Άμα οι Συνταγματικοί των Μεγάρων, νικητές μπήκαν στο Άργος, κάμανε εκεί τα ίδια. Δεν είχαν άδικο οι Ναυπλιώτες, να τρέμουν, αφού γνώριζαν τις θηριωδίες του στο Ναύπλιο, στα Μέγαρα και το Άργος. Για καλή τύχη τους όμως, ο νέος εμφύλιος πόλεμος Ρουμελιωτών – Μοραϊτών και η γενικότερη καταστροφή, που ήταν σχεδόν αναπόφευκτα, καθώς και τα βέβαια παθήματα των Ναυπλιωτών, αποσοβήθηκαν την τελευταία στιγμή, με τον ερχομό του Κυβερνήτη Καποδίστρια (7.1.1828). Και αυτή μάλιστα στάθηκε, η πρώτη μεγάλη του υπηρεσία στην Ελλάδα.

Πηγή: Το τετράτομο έργο έργο του Τάκη Α. Σταματόπουλου ΄΄ Ο Εσωτερικός Αγώνας΄΄ 
            Γρίβας Θεοδωράκης (Πρέβεζα, 1797 – Μεσολόγγι, 1862)
Οπλαρχηγός στην Επανάσταση του 1821 και στρατιωτικός στις πρώτες δεκαετίες του ελληνικού κράτους. Γιος του Δημητρίου (Δράκου) Γρίβα, ήταν από το 1815 αρματολός στη Ρούμελη και στην εφηβική του ηλι­κία υπηρέτησε στην αυλή του Αλή πασά. Με την έναρξη του Αγώνα, από την Αιτωλία, όπου βρισκόταν, άρχισε τη δράση του: στα τέλη Μαΐου 1821 πολέμησε στη μάχη του Βραχωρίου (Αγρινίου) δίπλα σε άλ­λους οπλαρχηγούς (Δημήτρη Μακρή, Αθανάσιο Ραζηκότσικα και Αλέξη Βλαχόπουλο).
Τον Αύγου­στο του ίδιου χρόνου πήρε μέρος στη μάχη του Γηροκομειού Πατρών και συνέχισε σε άλλες περιοχές τις επιθέσεις εναντίον των Τούρκων. Επικεφαλής τμήματος, που είχε οργανώσει ο ίδιος, ακολούθησε τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο στη μά­χη του Πέτα (Ιούνιος 1822) και μετά την αποτυχία της επιχείρησης αυ­τής πέρασε στην Πελοπόννησο, αφού προηγουμένως κατόρθωσε να αποκρούσει αποτελεσματικά τις τουρκικές επιθέσεις.
Στα μέσα Νοεμβρίου 1822 ο Γρί­βας μπήκε στο πολιορκημένο Μεσο­λόγγι, για να ενισχύσει την άμυνά του, και μετά τη λύση της πολιορ­κίας ξαναγύρισε στην Πελοπόννη­σο. Συνεργάστηκε τότε με τον Κο­λοκοτρώνη, στο πλευρό του οποίου στάθηκε και κατά το μεγαλύτερο διάστημα του εμφύλιου πολέμου του 1824 – 25. Στα αμέσως επόμε­να χρόνια ο Γρίβας μεταπήδησε στο αντίπαλο στρατόπεδο και όταν έληξαν οι εργασίες της Τρίτης Εθνικής Συνέλευσης (άνοιξη 1827) κατέλα­βε το Παλαμήδι, επιδιώκοντας την αύξηση της επιρροής του στα πελοποννησιακά πράγματα.
Μετά την άφιξη του Καποδίστρια (1828), ο Γρί­βας παρέδωσε το Παλαμήδι στον κυβερνήτη και συμφιλιώθηκε με τους αντιπάλους του, η στάση του όμως κατά τα τελευταία χρόνια του Αγώνα και ιδιαίτερα η τυραννική συ­μπεριφορά του είχε προκαλέσει την αγανάκτηση της στρατιωτικής μερί­δας, αλλά και των κατοίκων της Αρ­γολίδας. Μετά την άφιξη του βασιλιά ‘Οθωνα (Ιαν. 1833) η Αντιβασιλεία αγνό­ησε το Γρίβα και τον απέκλεισε από την απονομή τιμητικών διακρίσεων, εκείνος όμως όταν τον Αύγουστο του 1834 εκδηλώθηκαν ταραχές στη Μεσσηνία, προσφέρθηκε να πο­λεμήσει τους «αντάρτες».
Ο Γρίβας, όπως προκύπτει από όσα είναι ως τώρα γνωστά, υπήρξε ανυπότακτος αλλά και ασταθής στις πολιτικές του θέσεις. Διαπνεόταν από φιλελεύθερες ιδέες, που το υπόβαθρό τους δεν είναι σαφές, και σε ορισμένες περιπτώσεις επη­ρεάστηκε από προσωπικά πάθη. Αποτελεί οπωσδήποτε μια ιδιότυπη περίπτωση του Αγώνα του 1821 και των χρόνων του Όθωνα, που δεν έχει ως τώρα μελετηθεί.

Δημήτρης Τουτουντζής.