Δευτέρα 30 Ιουλίου 2018

Ερμιονίτικες θαλασσινές… εικονογραφίες! του Γιάννη Μ. Σπετσιώτη


Φωτ: Από το αρχείο της οικογένειας του Τάσου Κοτταρά
Ερμιονίτικες θαλασσινές… εικονογραφίες!
του Γιάννη Μ. Σπετσιώτη
1ο παιδί: Έλα, Σταύρο, θα πάμε για μπάνιο; 
(Με φωνή δυνατή έξω από το σπίτι).
2ο παιδί: Τι ώρα είναι; 
(Το ίδιο δυνατά)
1ο παιδί: Δέκα! Άντε, κατέβα! Πάμε!
2ο παιδί: Φοράω το μπανιερό κι έρχομαι.
1ο παιδί: Μην ξεχάσεις τη σαμπρέλα, να κάνουμε και καμιά βόλτα.
(Φεύγουν. Στον δρόμο συναντούν κι άλλα παιδιά, που κατεβαίνουν στη μπανιέρα στο Γκουρουμέσι, στη μπανιέρα του Παύλου, όπως αλλιώς τη λέγαμε).
1ο παιδί: Ρε συ, δεν έμαθες ακόμα μπάνιο; Ακόμη με το αθάνατο και τις κολοκύθες είσαι; Δε ντρέπεσαι!...Ου να μου χαθείς!
3ο παιδί: Αφού οι κολοκύθες ρε είναι του αδελφού μου που είναι μικρός και τις δένει και τις δύο στη μέση, για να μη βουλιάξει.
1ο παιδί: Βρε τζίτζο…
(Φτάνουν στη θάλασσα.)
1ο παιδί: Εγώ θα πέσω με βουτιά και θα κάνω φύσημα. Παρασηκώνουμε;
2ο παιδί: Όχι! Γιατί θα πέσω από κείνο το βράχο με λίλιμο, για να κάνω φλόμο. 
(Σε λίγο είναι και οι δυο στη σαμπρέλα που την έχουν πετάξει στη θάλασσα νωρίτερα. Το τρίτο παιδί έχει ακουμπισμένα τα δυο του χέρια στο αθάνατο και χτυπώντας δυνατά τα πόδια του προχωράει).
4ο παιδί: Μαμά, κοίταξέ με, δεν πατάω…
Μαμά: (καθισμένη στον βράχο, έχοντας το κεφάλι σκεπασμένο μ’ ένα ρούχο για να μην την κάψει ο ήλιος)
-  Μπράβο, πουλάκι μου! Κάνε σκυλάκι και προχώρα. Ίσα κι έμαθες. Λίγο ακόμη. Πρόσεχε! Μην πας άπατα!
1ο παιδί: Θα φύγω από τη σαμπρέλα και θα πάω με πάσες μέχρι εκείνο το βράχο. Αν κουραστώ, θα κάνω τάβλα για να ξεκουράζομαι.
2ο παιδί: Εγώ θα πάω μέχρι το Νίκο και θα του κάνω μια πατητή, γιατί με βούλιαξε κι εκείνος χθες.
1ο παιδί: Πρόσεχε ρε συ, μη σε πάρει χαμπάρι! Πάτησέ τον και με τα δύο πόδια στους ώμους, να πιάσει πάτο!
(Ακούγεται μια φωνή.) 
5ο παιδί: Όλοι για τη Σκάλα1 και το Βαγόνι2 για βουτιές και λίλιμα! 
(Φτάνουν εκεί και αρχίζει το πανηγύρι. Αν ήταν και κορίτσια, τότε επικρατούσε μεγάλη… αναστάτωση. Τύφλα να ’χουν οι καλλίτερες ομάδες επιδείξεων!) (Επιστροφή στην μπανιέρα.)
Φωτ: Ρίνα Λουμουσιώτη
1ο παιδί: Ελάτε να κάνουμε πυραμίδα!
(Τρία ή τέσσερα αγόρια τα μεγαλύτερα, με ώμους πλατείς αγκαλιάζονται σχηματίζοντας κύκλο. Πάνω τους ανεβαίνουν τρία μικρότερα και αυτά αγκαλιασμένα και πάνω σ’ αυτά ανεβαίνει ένα ευκίνητο αγόρι ή κάποιο …αγοροκόριτσο. Το θέαμα στα μάτια όλων των λουομένων ήταν απολαυστικό και ιδιαίτερα την ώρα που το παιδί του… πάνω ορόφου έκανε τη θεαματική βουτιά του).
Το ίδιο παιδί: Έλα τώρα Τ… να σε πετάξω.


(Το παιδί βυθιζόταν στο νερό με λυγισμένα τα πόδια και ένα άλλο ανέβαινε στις πλάτες του. Όταν σηκωνόταν με δύναμη το πρώτο παιδί, το άλλο με εντυπωσιακό τρόπο έκανε τη βουτιά του.)

6ο παιδί: Από αύριο στοπ τα μπάνια για έξι μέρες!

Πολλά παιδιά: Γιατιιιί;

6ο παιδί: Γιατί από αύριο, πρώτη Αυγούστου, βγαίνουν οι δέρμιζες! Είναι κάτι μακριά ζωάκια στον πάτο της θάλασσας και άμα δεν τα δεις και τα πατήσεις σε πιάνει φαγούρα και πρήξιμο στα πόδια και το σώμα, γιατί έχουν δηλητήριο! Η μάνα μου λέει πως από μία έως έξι Αυγούστου δεν πρέπει να μπαίνουμε στη θάλασσα και να κάνουμε μπάνιο.

7ο παιδί: Εγώ αύριο έτσι κι αλλιώς θα μεταλάβω και δεν θα κάνω μπάνιο για να μην φτύνω στη θάλασσα. Όταν κοινωνάμε είναι αμαρτία να φτύνουμε!

2ο παιδί: Τι ώρα είναι; Πέρασε το καράβι;

Πολλά παιδιά: Ουυυ τώρααα… Έχει κρυφτεί εδώ και δυο ώρες στο Μπογάζι. Θα έχει φτάσει στις Σπέτσες.

(Σε λίγο εμφανίζεται πάνω στον δρόμο η μητέρα του παιδιού.)

Μάνα: Γιαννάκηηη!… Πότε, βρε μουχαμέτη, που να μη σώσεις, θα γυρίσεις; Αααα…

(Βάζει το δάκτυλο στο στόμα τσακιστό και κουνώντας το κεφάλι δώθε-κείθε συνεχίζει.)

Δεν το είδες το καράβι; Πόσο βρε θα καθίσεις στον ήλιο; Έγινες κάρκανο! Γρήγορα! Έφτυσα!

Κάπου εδώ το 3/ωρο πανηγύρι τελείωνε, για να αρχίσει την επομένη ημέρα το ίδιο ζωηρό, όμοιο και απαράλλαχτο.

Λεξιλόγιο

Τζίτζος= φοβητσιάρης

Παρασηκώνουμε= παραβγαίνουμε, συναγωνιζόμαστε.

Λίλιμο= πέσιμο στη θάλασσα με τα πόδια σταυρωτά, οκλαδόν.

Φλόμο(ς)= ενοχλητική κατάσταση που δημιουργείται από το πέταγμα των νερών με το λίλιμο.

Τάβλα= ανάσκελα, χωρίς να κινείσαι με ανοιχτά τα χέρια και τα πόδια. Στάση ξεκούρασης.

Πατητή= βούλιαγμα κάποιου από άλλο.

Μπογάζι= στενό θαλασσινό πέρασμα. Μπο(υ)γάζι στην Ερμιόνη λέμε τον δίαυλο μεταξύ Δοκού και Μουζακιού. Όταν το καράβι κρυβόταν τα μεσημέρια στο Μπογάζι, έπρεπε να έχουμε γυρίσει σπίτι.

Κάρκανο= ξεροψημένο, καμένο.

Έφτυσα= εκφώνηση για να κάνει κάποιος κάτι, όσο γίνεται πιο γρήγορα.

ΣΗΜ.

1. Στη «Σκάλα» που σώζεται μέχρι σήμερα έδεναν τα πλοία για να φορτώσουν τον λευκόλιθο. Όπως μου έχει πει ο Γιώργος Καρακατσάνης είναι φτιαγμένη από ένα υλικό ανθεκτικό στην αρμύρα (γι’ αυτό υπάρχει ακόμη ατόφια), την περτσιλάνα. Πρόκειται για μίγμα από τριμμένο κεραμίδι, ρετσίνι, ίσως και θειάφι, με το οποίο «έδεναν» τις πέτρες. Πιθανόν η λέξη «περτσιλάνα» να έχει την ίδια ρίζα με το πριτσίνι (καρφί) που χρησιμοποιείται στην εφαρμογή μεταλλικών ελασμάτων.

2. Περίπου 100 μέτρα δυτικά της Σκάλας είναι το «Βαγόνι». Η τοποθεσία ονομάστηκε έτσι από ένα βαγόνι τρένου, που βρίσκεται, άγνωστο πώς, στον βυθό, ορατό και από τη στεριά. Αν είναι δυνατή η ανέλκυσή του, θα μπορούσε να επισκευαστεί, να βαφεί και να τοποθετηθεί πάνω στη Σκάλα.