Τετάρτη 8 Σεπτεμβρίου 2010

Aποκέντρωση τώρα!

" ...έλα να πάμε στο χωριό,
θα κάνει σ΄ όλους μας καλό... "

Ας προετοιμάσουμε την επαρχία να μας υποδεχτεί κι ας δουλέψουμε όλοι γι΄ αυτό, τίμια και συντονισμένα, γιά ν΄ αναδείξουμε τις χαρές της ζωής, μέσα από την απλότητα, πιό κοντά στη φύση.
ΕΛΛΗ ΒΑΣΙΛΑΚΗ

        Επιστροφή στο χωριό!
Έλληνες εγκαταλείπουν τα μεγάλα αστικά κέντρα και επιστρέφουν στον τόπο καταγωγής τους σε αναζήτηση καλύτερης ζωής

Η παγκόσμια ιστορία είναι και ένα αφήγημα μεταναστεύσεων. Άνθρωποι αφήνουν τον τόπο τους για να σπουδάσουν και να εργαστούν, ενώ άλλοι εγκαταλείπουν τα ξένα μέρη και επιστρέφουν εκεί απ΄ όπου ξεκίνησαν. Σε μια τέτοια «κυκλική» συγκυρία φαίνεται να βρίσκεται σήμερα η Ελλάδα. Λίγο η οικονομική κρίση και οι απολύσεις, λίγο οι ασφυκτικοί ρυθμοί της καθημερινότητας στις μεγάλες πόλεις, λίγο και η ανάγκη για φύση και καθαρό αέρα οδηγούν χιλιάδες έλληνες στους δρόμους της παλιννόστησης στην ύπαιθρο, επαναφέροντας (εν μέρει) την πληθυσμιακή και αναπτυξιακή ισορροπία της Ελλάδας.

Πιο τυχεροί ανάμεσα στους παλιννοστούντες είναι αυτοί που προέρχονται από περιοχές που γνωρίζουν τουριστική ανάπτυξη, καθώς η επιστροφή στο χωριό συνοδεύεται συνήθως από...
μεγαλεπήβολα επιχειρηματικά σχέδια.

«Το φαινόμενο της “επιστροφής στις ρίζες” εμφανίζεται κατ΄ εξοχήν στην Κεφαλλονιά. Αρκεί να αναλογιστείτε ότι το 1981 ο πληθυσμός της ήταν 21.000 κάτοικοι, ενώ σήμερα είναι 42.000. Ετσι ενισχύθηκε η επιχειρηματικότητα και ο τουρισμός, άνθησε η οικοδομή και δημιουργήθηκαν θέσεις απασχόλησης» σχολιάζει στο «Βήμα» ο νομάρχης Κεφαλληνίας και Ιθάκης κ. Δ. Γεωργάτος .

Δεν είναι μόνον ο τομέας του τουρισμού όμως που προσφέρει ευκαιρίες στους παλιννοστούντες με επιχειρηματικό δαιμόνιο.

Ο 30χρονος κ. Π. Μαντασάς έλαβε πριν από τρία χρόνια την απόφαση να εγκαταλείψει την Αθήνα όπου μεγάλωσε και τη θέση του ως χρυσοχόου σε γνωστό οίκο κοσμημάτων για να επιστρέψει στον τόπο καταγωγής του πατέρα του, την Οκτωνιά Αλιβερίου Ευβοίας. Εκεί άνοιξε το δικό του χρυσοχοείο και εργαστήριο και- όπως δηλώνει- η ζωή του άλλαξε ριζικά. «Αν και ήμουν ευχαριστημένος από τις απολαβές της δουλειάς μου, δεν άντεχα τους φρενήρεις ρυθμούς της Αθήνας. Στην επαρχία ζεις πιο ήρεμα και την ίδια στιγμή έχεις την ευκαιρία να αρχίσεις κάτι δικό σου στο οποίο επενδύεις το μεράκι και τη δημιουργικότητά σου» σχολιάζει ο ίδιος στο «Βήμα».

Ο ενθουσιασμός του κ. Μαντασά «μεταδόθηκε» και στους γονείς του και σύντομα ο συνταξιούχος στρατιωτικός κ. Τ. Μαντασάς και η σύζυγός του Νατάσα αποφάσισαν να ακολουθήσουν τον γιο τους στον τόπο από τον οποίο οι ίδιοι είχαν φύγει πριν από τέσσερις δεκαετίες! Σήμερα δηλώνουν πανευτυχείς μακριά από το νέφος και την πίεση της πρωτεύουσας.

Η επιστροφή στις ρίζες ευνοείται και από έναν ακόμα παράγοντα: την κατασκευή υποδομών που διευκολύνουν τις μεταφορές και «μικραίνουν» τις αποστάσεις. Ειδικότερα, το Παρατηρητήριο της Εγνατίας οδού έχει δείξει με τις έρευνές του ότι το μεγάλο αυτό έργο έχει λειτουργήσει θετικά στην οικονομική ανάπτυξη της ζώνης επιρροής του. Μάλιστα υπάρχουν περιπτώσεις, όπως αυτές του Νομού Ιωαννίνων και της Κέρκυρας, που αυξήθηκε τόσο η αγοραστική δύναμη όσο και ο ίδιος ο πληθυσμός. Αντίστοιχα, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο Χωρικού Σχεδιασμού (ΕSΡΟΝ) η γέφυρα Ρίου - Αντιρρίου «Χαρίλαος Τρικούπης» λειτούργησε ευεργετικά για το σύνολο της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας και των κοντινών της νησιών. Το ίδιο ισχύει και από τη βελτίωση των μεταφορών στον χώρο του Αιγαίου, γεγονός που έκανε τα νησιά του πιο θελκτικά για εγκατάσταση.

Μάκης Σπανός, Μαρία Ιωαννίδου ΑΘΗΝΑ/ΘΕΣ-ΝΙΚΗ

«Ζούμε στην Ικαρία εδώ και δύο χρόνια και έχουμε αντιληφθεί ότι η ζωή στο νησί δεν κινείται απλώς σε διαφορετικούς ρυθμούς, αλλά “διδάσκει” στον άνθρωπο μια καινούργια φιλοσοφία ζωής. Εδώ δεν υφίσταται ο υπερκαταναλωτισμός της πόλης και οι άνθρωποι επενδύουν στα απλά πράγματα, στις οικογενειακές στιγμές, στους φίλους, στην επαφή με τη φύση. Ανοίξαμε ένα μπαράκι στον Χριστό Ραχών, καλλιεργούμε τους αμπελώνες της οικογένειας και παράγουμε το δικό μας κρασί, ενώ στο μέλλον σχεδιάζουμε να ασχοληθούμε και επαγγελματικά με την οινοποιία. Εδώ γεννήθηκε και η κόρη μας και είμαστε πανευτυχείς που θα έχει την ευκαιρία να μεγαλώσει σε ένα καθαρό και πανέμορφο περιβάλλον, ανάμεσα στο βουνό και στη θάλασσα, αντί να βρίσκεται κλεισμένη στους τέσσερις τοίχους ενός διαμερίσματος της πρωτεύουσας. Σίγουρα υπάρχουν δυσκολίες, κυρίως τον χειμώνα με την έντονη υγρασία και τους ισχυρούς ανέμους. Ομως ένα ποτήρι κρασί και καλή παρέα δίπλα στο τζάκι αρκούν για να νιώθεις γεμάτος- και αν σου λείψει η επαφή με τον “έξω κόσμο” υπάρχει πάντα το... ΑDSL, που επιτέλους ήρθε και στο νησί μας»!

Γιώργος Μωραΐτης ΑΘΗΝΑ

«Μεγάλωσα στην Αθήνα, μα κάθε καλοκαίρι το περνούσα στο σπίτι της γιαγιάς μου στο Βλυχό, ένα μικρό χωριό κοντά στο Νυδρί Λευκάδας. Ανέκαθεν υπήρχε στο πίσω μέρος του μυαλού μου η επιθυμία να εγκαταλείψω την ασφυκτική ζωή της πρωτεύουσας, αλλά διαρκώς το ανέβαλλα. Τους τελευταίους μήνες ωστόσο η κατάσταση είχε φτάσει στο απροχώρητο! Οι άνθρωποι κυκλοφορούσαν σκυθρωποί και κουρασμένοι, παντού γκρίνια, άγχος, πίεση και διαπληκτισμοί.

Ηταν πλέον ξεκάθαρο: δεν ήταν αυτή η ζωή που ήθελα να ζω. Και κάπως έτσι έβαλα πλώρη για τη Λευκάδα, με σκοπό να ανοίξω ένα καφέ-μπαρ σε ένα παραθαλάσσιο οικόπεδο που μου μεταβίβασε η οικογένειά μου. Αν και είμαι καινούργιος στην “επαρχιακή ζωή” έχω ήδη αντιληφθεί ότι οι ήρεμοι ρυθμοί επιτρέπουν στους ανθρώπους να έχουν ελεύθερο χρόνο, να ασχολούνται με τα χόμπι τους και εν τέλει να νιώθουν πιο... ισορροπημένοι. Ταυτόχρονα, τα επιχειρηματικά μου σχέδια με κρατούν διαρκώς απασχολημένο, ενώ το γεγονός ότι η ψυχαγωγία δεν απαιτεί τόσα έξοδα όσα στην πρωτεύουσα, μου επιτρέπει να αποταμιεύσω γρήγορα το αναγκαίο κεφάλαιο για να τα υλοποιήσω».

Δεν λιγοστεύουν τα βάσανά σου στο χωριό από ό,τι όταν ζεις στην πόλη. Απλώς αλλάζουν μορφή και η καθημερινότητα είναι πιο κοντά σε αυτά που θες εσύ. Μπορεί να μην είσαι κολλημένος στο φανάρι της Κηφισίας μισή ώρα, ούτε να χρειάζεται όταν πας να πιεις καφέ να σπαταλάς μισή μέρα, αλλά η αίσθηση ότι μπορεί να σου συμβεί σοβαρό πρόβλημα υγείας και να μην μπορείς να φύγεις είναι εξίσου αγχωτική...

O κ. Μιχάλης Κατεινάς είναι 43 ετών, γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Η επιθυμία του όμως πάντα ήταν να μετακομίσει στην ιδιαίτερη πατρίδα των γονιών του, τη Νάξο. «Ερχόμουν τα καλοκαίρια από παιδί για διακοπές, γιατί κατάγονται από εδώ οι γονείς μου. Μου άρεσε το χωριό και μεγαλώνοντας άρχισε να μου μπαίνει η ιδέα να εγκατασταθώ μόνιμα στην Νάξο». Τελείωσε το σχολείο, ολοκλήρωσε τις σπουδές στο Μarketing, αλλά δεν απομακρύνθηκε από την επιθυμία του να εγκατασταθεί μόνιμα στο νησί του. «Ήρθα στην Απείρανθο της Νάξου, το χωριό του πατέρα μου, τον Φεβρουάριο του 1995. Αν και ήταν χειμώνας και αντίκρυσα διαφορετικές εικόνες από αυτές που είχα συνηθίσει το καλοκαίρι, με εντυπωσίασε. Τα χρώματα της φύσης, η ησυχία και οι μυρωδιές ήταν όλα αυτά που ήθελα, και τα είχα μπροστά μου». Το να αλλάξει ζωή και να μετακομίσει από την Αθήνα στη Νάξο ήταν εύκολη υπόθεση, αφού υπήρχε ένα σπίτι, κάτι πολύ βασικό για το ξεκίνημα: «Αν δεν έχεις μια βάση για να κάνεις τα πρώτα βήματα τα πράγματα, δεν είναι και τόσο εύκολα. Ευτυχώς για μένα αυτό υπήρχε. Επίσης έλυσα το θέμα της εργασίας αφού ως ελαιοχρωματιστής θα είχα πάντα δουλειά». Τον πρώτο καιρό ο Μιχάλης ασχολήθηκε και με τη γη, αλλά γρήγορα σταμάτησε γιατί ο χρόνος του ήταν περιορισμένος. «Είχα βάλει ένα μικρό μποστάνι, όμως το εγκατέλειψα γιατί ήταν τόση η δουλειά που αναγκαζόμουν και πήγαινα να ποτίσω το βράδυ. Έτσι, αυτό που μου έδινε ευχαρίστηση μού προκαλούσε άγχος και δεν ήταν αυτό που ήθελα».

Τα πρώτα χρόνια στην περιφέρεια τα βλέπεις όλα ρομαντικά, λέει: «Η εμπειρία μού έχει δείξει ότι η ρουτίνα και η καθημερινότητα εξαφανίζουν αυτή τη διάθεση. Πράγματα που με εντυπωσίαζαν στην αρχή, τώρα πια δεν τα παρατηρώ». Η ζωή στο χωριό όμως έχει και άλλα αρνητικά: «Πριν από μερικούς μήνες η γυναίκα μου πήγε στην Αθήνα για να γεννήσει. Ήρθε η ώρα της γέννας νωρίτερα, ήταν καλοκαίρι εγώ δεν βρήκα εισιτήρια και δεν κατάφερα να είμαι κοντά της εκείνη τη στιγμή». Η δύσκολη μετακίνηση ειδικά όταν προκύπτουν θέματα υγείας είναι αυτό που ανησυχεί τους περισσότερους κατοίκους και περισσότερο τους ηλικιωμένους που μένουν σε νησιά ή απομακρυσμένα χωριά.

Ο Ηλίας Γεράσης είναι 48 ετών και τα τελευταία 7 χρόνια ζει στη Χρυσή Καστοριάς, ένα χωριό με περίπου 130 κατοίκους. Όταν τέλειωσε το γυμνάσιο μετακόμισε στην Αθήνα, αφού η επιθυμία για τη ζωή στη μεγαλούπολη με τις ευκαιρίες για δουλειά και φυσικά για διασκέδαση ήταν πολύ περισσότερες. Όπως λέει ο ίδιος: «Εργάστηκα στον τουριστικό τομέα για αρκετά χρόνια και μπορώ να πω ότι ήμουν αρκετά ευχαριστημένος, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το επαγγελματικό κομμάτι. Όμως ο ρυθμός της ζωής στην Αθήνα ήταν εξουθενωτικός. Ο ελάχιστος χρόνος που μου απέμενε για να πάω μια βόλτα ή να κάνω κάτι διαφορετικό χανόταν μέσα στο αυτοκίνητο». Ο φρενήρης ρυθμός και η ένταση δημιουργούσαν ασφυξία στον Ηλία Γεράση, ο οποίος αποφάσισε ότι αυτό που ήθελε ήταν να ζήσει σε ένα περιβάλλον πιο ανθρώπινο και με λιγότερη πίεση: «Δεν το σκέφτηκα και πολύ. Γύρισα στο χωριό μου και δεν έχω μετανιώσει καθόλου. Η φύση και ο χαλαρός ρυθμός της καθημερινότητας με ικανοποιούν σε ένα μεγάλο βαθμό». Ο άνθρωπος, σύμφωνα με τον κ. Γεράση, δύσκολα θα πει ότι είναι πλήρως ευτυχισμένος, αφού πάντα κάτι θα του λείπει: «Στο κομμάτι της διασκέδασης υστερεί όλη η ελληνική περιφέρεια, αφού για να πας σινεμά ή να ακούσεις μουσική πρέπει να πας μέχρι την Καστοριά. Το καλοκαίρι είναι εφικτό, τον χειμώνα όμως που πέφτει χιόνι δυσκολεύουν και οι μετακινήσεις. Μένουμε στο χωριό και το πολύ να πάμε μέχρι το καφενείο». Οι εργασίες που κάνει για να ζήσει τώρα αφορούν την υλοτομία και την κτηνοτροφία: «Τα χρήματα που βγάζω δεν ξεπερνούν τα 9.000 τον χρόνο, όμως η ζωή στο χωριό έχει λιγότερες απαιτήσεις. Μηδενίζονται σχεδόν τα έξοδα. Αν εξαιρέσεις το ρεύμα και το τηλέφωνο, τα υπόλοιπα που χρειαζόμαστε για να ζήσουμε τα παράγουμε εμείς».

Η Φανή Στεργούδη και ο Γιώργος Νταλαρίζος ζούσαν μέχρι πριν από τέσσερα χρόνια σε ένα διαμέρισμα στον τέταρτο όροφο στη Λάρισα. Αν και το να ζεις σε μια επαρχιακή πόλη έχει λιγότερα βάρη απ΄ ότι σε μια μεγαλούπολη, εκείνοι δεν άντεξαν και... μεθόδευσαν την «απομάκρυνσή» τους από αυτή. Ο κ. Γιώργος Νταλαρίζος ήταν εκτελωνιστής και πριν από 15 χρόνια άφησε τη δουλειά του και άρχισε να ασχολείται με τις βιολογικές καλλιέργειες. Όπως λέει: «Τότε ο τομέας των βιοκαλλιεργειών ήταν πρώιμος για τα ελληνικά δεδομένα και οι δυσκολίες που αντιμετωπίσαμε ήταν αρκετές. Εγκατέλειψα την προσπάθεια να παράγω εγώ τα προϊόντα, αλλά τελικά με τη γυναίκα μου φτιάξαμε μαγαζί με βιολογικά είδη. Τώρα μαζί με τη Φανή ασχολούμαστε μόνο με αυτό». Δεν εγκατέλειψαν την ασχολία όμως με τη γη, αφού τελικά έφυγαν από την πόλη και εγκαταστάθηκαν στον Πλατύκαμπο, ένα χωριό έξω από τη Λάρισα. Όπως λέει η κ. Φανή Στεργούδη: «Μπορούμε να δούμε λίγο ουρανό και τα χρώματα της φύσης. Επιτέλους να καταλάβουμε τις αλλαγές των εποχών...».

ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΧΕΚΙΜΟΓΛΟΥ - ΕΛΛΗ ΙΣΜΑΗΛΙΔΟΥ ΤΟ ΒΗΜΑ


ΖΩΗ ΛΙΑΚΑ TA NEA