Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2011

ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΝΙΚ. ΨΑΘΑ (ΤΕΣΣΗ)

ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΝΙΚ. ΨΑΘΑ (ΤΕΣΣΗ)
του Γιάννη Μ. Σπετσιώτη
Στις 12 Οκτωβρίου έφυγε από τη ζωή η κυρα-Χριστίνα, γέννημα – θρέμμα της Ερμιόνης, ξεχωριστή γυναίκα του τόπου μας, που ο Θεός την αξίωσε να δει και δισέγγονα.
Ήταν φίλη της  μητέρας μου από τον καιρό που μέναμε στην παλιά γειτονιά και τα σπίτια μας ήταν αντικριστά. Έμειναν φίλες αχώριστες σε όλη τους τη ζωή, ενισχύοντας καθημερινά τη σχέση τους με αγάπη, εμπιστοσύνη και σεβασμό.
Όσο ζούσε η μητέρα μου βρισκόταν, καθημερινά, στο σπίτι μας. Ήξερε όλα τα κατατόπια! Τη βοηθούσε στις διάφορες δουλειές και μαζί συζητούσαν τα «νέα» της Ερμιόνης. Κάποιες φορές, όταν είμαστε μικρά, τ’ αδέλφια μου κι εγώ, μας κρατούσε κοντά της και μας πρόσεχε, τις ώρες που η μάνα μας «ήτανε σχολείο» και δεν είχε πού να μας αφήσει.
Θυμάμαι τη μεγάλη χαρά που «είχε κάνει» η μητέρα μου, όταν η Χριστίνα αρραβωνιάστηκε και στη συνέχεια παντρεύτηκε το Νικήτα, ένα παλληκάρι από τη Σίφνο. Ήταν η πρώτη που της το είχε εμπιστευτεί!
Η κυρα-Χριστίνα ήταν άνθρωπος ζωντανός, αεικίνητος, πηγή αδιάκοπης ενέργειας. Γνώριζε, διαισθητικά, πολύ καλά την τεράστια επικοινωνιακή σημασία των συναισθημάτων ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές των ανθρώπων. Έτσι ενεργοποιούσε τόσο το σώμα της όσο και τον πλούσιο εσωτερικό της κόσμο και «πανταχού παρούσα» πολλαπλασίαζε τη χαρά των ανθρώπων και μετρίαζε τη θλίψη τους.
Η φωνή της, τα λόγια της, οι μεταμφιέσεις της, οι χοροί της ήταν θησαυροί της λαϊκής παράδοσης του τόπου μας.  
Κάθε κουβέντα που είχε με τη μητέρα μου και μαζί μου τη στόλιζε, «αυθόρμητα», με λαϊκές λέξεις και εκφράσεις, μορφασμούς, χειρονομίες και ανέκδοτα της ερμιονίτικης επικοινωνίας και ζωής. Τα είχε ακούσει και τα είχε αντιγράψει από τους δικούς της
γονείς και τα είχε διατηρήσει αμόλευτα στη μνήμη της.
Ένα μεγάλο μέρος του λαογραφικού υλικού που έχω καταγράψει ανήκει σ’ αυτήν.
Άνθρωπος απλός, η κυρα-Χριστίνα, θεματοφύλακας και μεταλαμπαδευτής της παράδοσης, λάτρευε τη φύση, τη θάλασσα και ήταν γνώστης των μυστικών της,
Τα τελευταία χρόνια τη θυμόμαστε όλοι να κάθεται με το μπαστουνάκι της έξω στον «Ερωδιό» και να καλοδέχεται το χαιρετισμό των περαστικών.
Μου έλεγε, συχνά, πως ήθελε να ψάλλω εγώ τη νεκρώσιμη ακολουθία της.  Απέφευγα τη συζήτηση αυτή …γελώντας κι εκείνη με μάλωνε.
Εισέπραξα μεγάλη τρυφερότητα από την κυρα-Χριστίνα στη ζωή μου και αισθανόμουν πάντα την ανάγκη, με κάθε ευκαιρία, να της την ανταποδίδω…
Αφού λοιπόν δεν μπόρεσα να ψάλλω «στο ταξίδι της», όπως εκείνη επιθυμούσε, της αφιερώνω ένα, άγνωστο στους πολλούς συμπολίτες μου, Δημοτικό Τραγούδι της Ερμιόνης που η ίδια μου το είχε τραγουδήσει.
Πιστεύω πως εκεί ψηλά που είναι θα συμφωνεί με την επιλογή μου…  

 Η ΠΡΩΤΗ ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΕΡΩΤΟΣ



Η πρώτη αρχή του έρωτος
ήταν  ένα μπουκέτο.
Εσύ μου το επρόσφερες
και μου ‘πες μύρισέ το.

Κι εγώ το εμυρίστηκα
το ΄βαλα στην καρδιά μου,
μα η πολλή του η μυρωδιά
τρώει τα σωθικά μου.

Έκανα αχ, έκανα βαχ
για να το ξεριζώσω,
για να το βγάλω απ’ την καρδιά
και σ’ άλλη να το δώσω.

Μ’ αυτό δεν ξεριζώνεται
βαθιά είναι ριζωμένο
και μες τα φύλλα της καρδιάς
είναι περιπλεγμένο.



Δώσε μου το κλειδάκι σου
ν’ ανοίξω την καρδιά μου,
να δεις τα φίδια ζωντανά
που τρών΄ τα σωθικά μου.

ΣΗΜ. Το τραγούδι ανήκει στην κατηγορία των Δημοτικών Τραγουδιών του τόπου μας, είναι καλαματιανό και το τραγουδούσαν στην Ερμιόνη, όταν άρχιζε ο θερισμός αλλά και τις Απόκριες. Την 5η στροφή μου την έχει πει η κυρα-Μαρίνα Φασιλή.