Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2016

ΟΙ ΔΙΑΡΠΑΓΕΣ ΤΟΥ ΓΡΙΒΑ ΣΤΟ ΚΡΑΝΊΔΙ.



Του Δημήτρη Τουτουντζή
Βρισκόμαστε στο 1827, μετά το θάνατο του Καραϊσκάκη, την καταστροφή που ακολούθησε και την υποταγή της Ρούμελης ποτέ δεν είχε βρεθεί σε τέτοιαν κατάσταση η υλική δύναμη της Ελλάδας όσο μετά την απώλεια της Αττικής. Η επανάσταση, είχε περιοριστεί τώρα μόνο στην Πελοπόννησο. Τα μόνα ισχυρά κάστρα που δεν είχαν καταλάβει οι Τούρκοι, Ακροκόρινθος και Παλαμήδι τα κατείχαν οι Ρουμελιώτες και η μοναδική απασχόλησή τους ήταν να πολεμάνε μεταξύ τους, να βασανίζουν και να ληστεύουν τον κόσμο. Ο άλλος Μωριάς, ήταν στη διάκριση του Ιμπραήμ , που γυρίζοντας από το Μεσολόγγι, ξανάρχισε τις καταστροφικές του περιοδείες. Η αφόρητη αυτή κατάσταση, προκάλεσε μεγάλη σύγχυση και πανικό και μια φοβερή αβεβαιότητα για την τύχη που περίμενε τη χώρα.
    Την απελπιστική αυτή κατάσταση, επωφελήθηκε ο Ιμπραήμ και αποφάσισε να αλλάξει τακτική και με ήπια μέσα, με υπόσχεση για πεντάχρονη φορολογική απαλλαγή και να τους δώσει βόδια και άλογα και άλλα ωφελήματα, κατάφερε να παρασύρει στις ΒΔ επαρχίες του Μωριά, τους Αλβανόφωνους οπλαρχηγούς των κοτζαμπάσηδων με τους ακολούθους τους, καθώς και άλλους, που είχαν χάσει το θάρρος τους, να προσκυνήσουν τους Τούρκους. Ο κίνδυνος από αυτό το μίασμα, ήταν πολύ μεγάλος και μόνον ο Κολοκοτρώνης κατάλαβε τη σημασία του. Έγραψε στους οπλαρχηγούς και Δημογέροντες της Αρκαδίας και της Μεσσηνίας από το Άργος όπου διέμενε, στις 5.6.1827 << ο εφετεινός κίνδυνος είναι δεινότερος από κάθε άλλον.>> Αναγνωρισμένος από τον
Αρχιστράτηγο Τζώρτζ, ως Γενικός Αρχηγός των όπλων της Πελοποννήσου, διέταξε να πάρουν τα όπλα όλοι από 15 μέχρι 60 ετών και έδωσε την περίφημη διαταγή << τσεκούρι και φωτιά στους προσκυνημένους >>. Οι δυσαρεστημένοι όμως κοτζαμπάσηδες του Μωριά, επειδή ο Κολοκοτρώνης είχε πετύχει την εκλογή του Καποδίστρια. που έθιγε τις προσωπικές τους φιλοδοξίες, και ακόμα γιατί είχε οριστεί γενικός Αρχηγός στο Μωριά, φρόντιζαν να του αφαιρέσουν την αρχηγία και τον άφηναν ανεφόδιαστο για να τον αποδυναμώσουν.
    Τον ίδιο καιρό με τις παραπάνω αθλιότητες, η κατάσταση στη Ναυπλία, χειροτέρευε κάθε μέρα και περισσότερο. Μετά τη φυγή και την εγκατάσταση στην Αίγινα της Αντικυβερνητικής Επιτροπής και της Βουλής, ο Γρίβας οχυρωμένος στο Παλαμήδι ήταν ο ουσιαστικός κυρίαρχος στο Ναύπλιο. Και δεν του έφτανε, ότι έδειξε τόση αδιαφορία για την πατρίδα του τη Ρούμελη και τον κίνδυνο να υποδουλωθεί η Πελοπόννησος με το προσκύνημα, παρά φρόντιζε να εξουσιάζει όχι μόνο το Ναύπλιο, αλλά και όλη την επαρχία, σα να ήταν χωριστή δική του ηγεμονία. Έστελνε τους πραιτωριανούς του, να εισπράττουν τις προσόδους και καταδυνάστευε, όσους τολμούσαν να αντισταθούν στις διαρπαγές του.
    Ιδιαίτερα ο Γρίβας, με την αχόρταγη πλεονεξία του, κατά το Δεκέμβρη του 1827, δημιούργησε σοβαρότατη κατάσταση με την απαίτησή του να πάρει από τους Κρανιδιώτες, το εισόδημα του αλατιού, από τις αλυκές του Θερμισιού. Είναι αλήθεια, ότι η Αντικυβερνητική Επιτροπή, για να ενισχύσει το φίλο της Γρίβα, κατά του Κολοκοτρώνη, του είχε παραχωρήσει, το Μάρτη του 1827, όπως φαίνεται από γράμμα του ίδιου του Γρίβα, μερίδιο 25 χιλ. γρόσια από την πωληθείσα αλυκή Κρανιδίου εις διαταγήν (δηλαδή παράνομα) να συνάξει αυτό το μερίδιο. Και του είχε στείλει ομόλογο χρεωστικό για το δασμολόγο των προσόδων της αλυκής, να το προεξοφλήσει. Αλλά και
οι Κρανιδιώτες, που ήσαν στην περιοχή τους οι αλυκές του αλατιού και ζούσαν από αυτές, φρόντιζαν να εξασφαλίσουν  τα παλιά και τοπικά δικαιώματά τους για μερίδιο και αυτοί από τα εισοδήματά τους και είχαν στείλει ανθρώπους τους εκεί. Αυτό εξαγρίωσε τον αχόρταγο Γρίβα, που είχε την αξίωση να παίρνει αυτός μόνος όλα τα εισοδήματα της αλυκής, ενώ η διαταγή της Αντικ. Επιτροπής ήταν για μερίδιο μονάχα. Και όπως γράφει ο φίλος του Κασομούλης << ο Γρίβας διεύθυνεν δύναμιν κατά του Κρανιδίου, και εσύναξεν όλα τα ζωντανά των εις το Παλαμήδι διά να τους υποχρεώσει να τραβηχτούν. Οι στρατιώται δεν περιορίσθησαν εις ταύτην μόνην την ποινήν αλλά εκτάνθησαν εις περισσοτέρας καταχρήσεις και εχθροπραξίας βλάψαντες και πολλούς αθώους. Οι Κρανιδιώται εζήτησαν και την βοήθειαν των Σπετζιωτών και Υδραίων ακόμη, και ενώ επικαλούντο την βοήθειαν της Διοικήσεως κατά του Γρίβα, προετοίμαζον και δύναμιν να κινηθούν κατ’ αυτού>>.
    Ο Σπηλιάδης και ο Μ. Οικονόμου, επιβεβαιώνοντας όσα γράφει ο Κασομούλης, αναφέρουν, ότι ο Γρίβας, έστειλε τους πραιτωριανούς του στο Κρανίδι, άρπαξαν στα Ίρια τα βόδια τους και τα άλλα πράγματα που βρήκαν και η αξία τους ξεπερνούσε τα 100 χιλ. γρόσια. Και προσθέτουν, ότι έπιασαν πολλούς Κρανιδιώτες και μάλιστα τον υπέργηρο Ιωάννη Ζέρβα και τους φυλάκισαν στο Παλαμήδι. Και οι Πραιτωριανοί του Γρίβα, χωρίς να σεβαστούν τα γηρατειά του Ζέρβα, διασκέδαζαν με τον πιο απάνθρωπο τρόπο. Μερικοί του έλεγαν τάχα, ότι τον άφηναν ελεύθερο να φύγει και του έδειχναν το δρόμο. Μόλις όμως βάδιζε λίγα βήματα, οι άλλοι τρέχοντας τον έπιαναν σα δραπέτη και τον έκλειναν σε σκοτεινότερη και υγρότερη φυλακή. Από το άλλο μέρος ο Γρίβας που εννοούσε να έχει το αποκλειστικό δικαίωμα για τις αλυκές και δεν ανεχόταν καμιά επιδίωξη των Κρανιδιωτών, ούτε κανένα συμβιβασμό να έχουν και αυτοί δικαίωμα για μερίδιο, τους απειλούσε, ότι θα στείλει στρατό στο Κρανίδι. Τότε οι Κρανιδιώτες, ζήτησαν από τους γείτονες τους Σπετσιώτες, να μεσολαβήσουν και να τους βοηθήσουν σε επίθεσή του. Έγραψαν ακόμα για την υπόθεσή τους στον Κολοκοτρώνη και για τις απειλές του Γρίβα. Ο Κολοκοτρώνης, τους συμβούλεψε να έχουν υπομονή για τις άδικες πράξεις του Γρίβα και να ησυχάσουν ωσότου να έρθει ο Καποδίστριας, που πλησιάζει να φτάσει. Αν όμως ο Γρίβας, πραγματοποιήσει τις απειλές του και τους επιτεθεί με το στρατό του, τότε να τον αντικρούσουν και θα τους έστελνε βοήθεια.
    Στο μεταξύ στην Αίγινα, είχε πάει ο Κρανιδιώτης οπλαρχηγός Ν. Νάκης, με έγγραφα των συμπατριωτών του στην Αντικ. Επιτροπή, καθώς και των Σπετσιωτών, που χαρακτήριζαν την πράξη του Γρίβα <<ως ληστρικήν>> και δήλωναν, ότι ήσαν έτοιμοι να βοηθήσουν τους Κρανιδιώτες. Πραγματικά οι Σπετσιώτες, δεν περιορίστηκαν να καταγγείλουν το Γρίβα στην Κυβέρνηση, αλλά του έστειλαν στις 5.12.1827 και το ακόλουθο έγγραφο:
Προς τον γενναιότατον στρατηγόν κύριον Θεόδωρον Γρίβαν.
    Με δυσαρέσκειάν μας πληροφορούμεθα ότι δεν ηξεύρομεν με ποίον δικαιολόγημα επαπειλείτε το Κρανίδι, και με πολεμικάς αποσκευάς ετοιμάζεσθε να επέλθετε κατ’ αυτού διά να καταπολεμήσετε τους κατοίκους του. Ως εκ τούτου δεν κρίνομεν περιττόν να καθυποβάλωμεν υπ’ όψιν σας ότι αν κάμετε αυτό το κίνημα πόσον θέλετε παραβλάψει και τον χαρακτήρα σας και τα δικαιώματά σας. Η τιμή και η υπόληψις κάθε πολίτου συνίσταται από την ευθυδικίαν των νόμων. Όθεν αν έχετε κανένα δικαίωμα από τινα καταπατητήν ή από όλους τους κατοίκους Κρανιδίου, προστρέχων ως τίμιος πολίτης εις τους νόμους, ζητήσατε το δίκαιόν σας παρά της Κυβερνήσεως. Δεν είναι καιρός, ούτε συμφέρει εις τον χαρακτήρα σας να κινηθείτε ζητούντες αυτό με πόλεμον, διότι ενώ κατ’
αυτόν τον τρόπον είναι επόμενον να ζημιωθείτε, θέλετε σύρει εναντίον σας την οργήν των νόμων, και θέλετε κάμει και όλους τους πέριξ εχθρούς, και ακολούθως όλον το Έθνος. Έχομεν ικανήν υπόληψιν εις το υποκείμενόν σας, διότι δεν σε στοχαζόμεθα δια την συγγένειαν παρά ως συμπολίτην μας, (επειδή είχε γυναίκα την κόρη της Μπουμπουλίνας, που ήταν χήρα του Πάνου, γιού του Κολοκοτρώνη), και δεν καταδεχόμεθα να πράξετε κανένα εναντίον ως προς τον χαρακτήρα σας, πολλώ μάλλον, να επέλθετε να καταπολεμήσετε το Κρανίδι, τους ομοσυγγενείς σας, το οποίον θέλει σας προξενήσει μεγάλην ατιμία και θέλετε γίνει αιτία εξάψεως εμφυλίου πολέμου, ολεθρίου καθ’ όλους τους λόγους ως προς την παρούσαν περίστασιν>>. Συνεχίζοντας οι Σπετσιώτες, του συνιστούσαν να μη πολεμήσει τους Κρανιδιώτες, αλλά να διεκδικήσει το δίκαιό του <<μέσον της Κυβερνήσεως>>, ωσότου να έρθει ο Καποδίστριας. Άλλωστε, του τόνιζαν: <<Το εναντίον δε, δεν θέλομεν αδιαφορήσει ούτε ημείς συμπράττοντες με τους Κρανιδιώτας καθ’ όλους τους τρόπους του δικαίου>>. 
    Οι Σπετσιώτες, αναφέρθηκαν επίσης στην Αντικυβερνητική Επιτροπή, και επιτέλους τότε, αποφάσισε και αυτή να γράψει στο Γρίβα, για να εμποδίσει τα επιθετικά σχέδια του. Και ο υπουργός των Πολεμικών, πληροφορούσε τους Σπετσιώτες, με το ακόλουθο έγγραφό του:
    <<Προς την κοινότητα της νήσου Σπετσών.
    Ανέγνωσεν η Κυβέρνησις την αναφοράν σας και είδεν όσα αναφέρετε εν αυτή κατά του Θεοδώρου Γρίβα υπέρ των Κρανιδιωτών. Όθεν μη ανεχομένη τας τοιαύτας καταχρήσεις αυτού, τελευταίον ήδη με το υπ’αριθμόν 1990 διάταγμά της τον διέταξεν αυστηρώς να παύση του λοιπού των τοιούτων αθεμίτων και ληστρικών κινημάτων, να απολύση τον κατακρατούμενον Ιωάννην Ζέρβαν και να στείλη επίτροπόν του ενταύθα, διά να θεωρηθή η μεταξύ αυτού και των Κρανιδιωτών διαφορά, οίτινες κατεβάρυναν την Κυβέρνησιν με τας δικαίας φωνάς των εναντίον αυτού. Τουναντίον δε, αν απειθήση και ήδη επιμείνη εις τα αυτά, η Κυβέρνησις θέλει λάβει τα πλέον δραστήρια μέτρα εναντίον της απειθείας του και των καταχρηστικών του πράξεων. Η Γραμματεία αύτη σας ειδοποιεί τα ανωτέρω προς πληροφορίαν και οδηγίαν σας. Εν Αιγίνη τη 10η Δεκεμβρίου 1827.
    Ο επί των Πολεμικών Γραμματεύς της επικρατείας Α. Βλαχόπουλος>>.

Η αδιαλαξία του Γρίβα:  Όμως ο ατίθασος Γρίβας, ούτε τους συμπατριώτες της γυναίκας του λογάριασε, ούτε την κυβερνητική διαταγή. Έστειλε σ’ απάντηση στον Υπουργό Βλαχόπουλο, σε αλαζονικό ύφος μακρισκελέστατο γράμμα, όπου κατηγορούσε τη Γραμματεία του Πολέμου, ότι ποτέ δε φρόντιζε <<να περιθάλψει τας ανάγκας του στρατιωτικού>>. Και έτσι κατά τη γνώμη του <<οι ένδοξοι στρατιώτες του οι οποίοι εστερέωσαν την ανεξαρτησίαν της Ελλάδος>> (ενώ πραγματικά τον καιρό που οι άλλοι Έλληνες έχυναν το αίμα τους, αυτοί αδρανούσαν κι’ ελήστευαν τους Ναυπλιώτες), ήσαν αναγκασμένοι να λιμοκτονούν και να γυμνητεύουν. Και ότι δεν μπορούσαν <<ν’ αφήσουν αυτοί οι ένδοξοι στρατιώται το δικαίωμά των να καθαρπάζεται από τους ληστάς και φονείς Κρανιδιώτας υπερασπιζομένους από άλλους ομοίους των και απ’ αυτούς τους Σπετζιώτας κ.λ.π.>>. Και εσυμπλήρωνε το γράμμα του ανένδοτος και με την ίδια οξύτητα: <<Και οι στρατιώται υποθέτοντες δικαίως ότι μόνοι των αυθορμήτως πρέπει να εξοικονομηθούν από εκείνα μάλιστα οπού η Σ. Κυβέρνησις τους έδωσε προς ανακούφισιν, πράττουν δικαιωματικώς καταδρομάς. Ετόνιζεν ακόμα, ότι <<το εισόδημα της αλυκής είναι δοσμένον εις τους στρατιώτας… Ήδη αν το λάβουν, και πρέπει να το
λάβουν  ανελλιπώς, δεν πρέπει να ζημιωθούν το παραμικρόν. Αυτό είναι το ζήτημα και η δικαία αίτησίς μας. Εις αυτό αφορώσα η Γραμματεία θέλει αποφασίσει άνευ αναβολής και θέλει μας σταλθή το ποσόν, επειδή οι στρατιώται δεν δίνανται να επιμένωσι περισσότερον>>. Κι’ ετελείωνε με την απειλή: <<Εις έλλειψιν εξ εναντίας, προσθέτω την Γραμματείαν, ότι οι στρατιώται θα λάβουν το δίκαιόν τους μόνοι, και ας όψονται οι αίτιοι>>.
    Στο μεταξύ ο Γρίβας χωρίς να περιμένει την απόφαση της Αντικυβερνητικής Επιτροπής, για τη διαφορά του με τους Κρανιδιώτες, ετοίμαζε την επίθεσή του, διατίμησε τα βόδια που είχεν αρπάξει από τους Κρανιδιώτες 200 το κεφάλι κι’ εβασάνιζε ο ίδιος τον υπέργηρο Ι. Ζέρβα, όπως βλέπουμε στο ακόλουθο γράμμα:
    <<Προς τους δημογέροντας Κρανιδίου.
    Εδώ ήλθεν ο απεσταλμένος με τα γράμματά σας, και επήγα εις τον στρατηγόν, και με είπεν έως την Δευτέραν να λάβω απόκρισιν και να έλθω μόνος μου. Και σας δίδω την είδησιν ότι εις αυτάς τας ημέρας των Χριστουγέννων έχει απόφασιν να έλθη αυτού (στο Κρανίδι) και ανοίχτε τα μάτια σας. Και από την Κόρινθον του ήλθαν σήμερον 200 στρατιώται και προσμένει να του έλθουν και άλλοι και ετοιμασθήτε μην σας εύρη μπόσικους. Και τον γέροντα Ιωάννην (Ζέρβαν), μην υποφέρων πλέον βασανιστήρια και δυστυχίας, έφυγε, και τον έπιασαν και τον επέδευσε πολλά ατός του ωσάν άπιστος. Λοιπόν διά τα βόδια, ιδεάσατε αυτούς όπου έχουν βόδια, διότι επήγα και τον παρακάλεσα διά τα εδικά μου και απόκρισιν με είπε, όχι του Σαχτούρη, αλλά και του πατέρα μου να είναι δεν δίδω κανένα. Όμως αν αγαπάς 200 γρόσια το κεφάλι, πάρετα και όχι μόνο του Σαχτούρη, αλλά όσα θέλεις. Και αν αγαπάτε, να μου στείλετε με τον ίδιον να τα αλικοτήσω, διότι εβγήκαν μουστερήδες (αγοραστές), ειδέ, να μου γράψετε να έλθω. Ειδέ και θέλετε να τα πάρετε, στείλετε τα γρόσια, διότι αυτός δεν πιάνει ούτε διαταγάς, ούτε διάβολον. Και πάλιν σας δίδω την είδησιν να έχετε τα μάτια σας ανοιχτά. Και μένω με όλον το σέβας.
          Εν Ναυπλίω τη 17 δεκεμβρίου 1827. Ο πατριώτης σας Νικόλας Τζάπελας>>. 
    Όπως φαίνεται, από το πάρα πάνω γράμμα, το Γρίβα τον ενίσχυσαν και οι Ρουμελιώτες του Α΄ Σώματος, που είχαν καταλάβει τον Ακροκόρινθο και στην αρχή του φέρθηκαν εχθρικά, αλλά τώρα για τις αρπαγές, ήσαν σύμφωνοι και’ ενωμένοι. Σε τρεις ημέρες και άλλος Κρανιδιώτης, από κείνους που είχαν σταλεί να καιροφυλακτούν και να κατασκοπεύουν τις κινήσεις του Γρίβα, τους έγραψε για τις προετοιμασίες του και τις νέες αρπαγές του. Επίσης φαίνεται στο γράμμα, ότι και οι Κρανιδιώτες είχαν λάβει τα μέτρα τους και είχαν στείλει στρατιώτες, στο Μοναστήρι του Αυγού, ν’ αντικρούσουν ενδεχόμενη επίθεση:
          <<Προς την Επιτροπήν Κρανιδίου
    Εχθές απέρασα έως τα Επίδαυρα και μανθάνω από δύο Χελιώτας ότι ο Γρίβας ετοιμάζει 1.500 στρατιώτας, έχον σύμμαχον και βοηθόν τον Χατζή – Μιχάλην τον αρχηγόν της καβελαρίας, και ας μη του δοθή άδεια διά να απεράση εις το Καστρί, διά να μη έχη κανένα τερτίπι… Επίτηδες στέλνω τον παρόντα διά να φορτώσετε ζαϊρέ διά τους ενταύθα στρατιώτας, και έχομεν πάντα την έγνοιαν. Ο Μητρέλης θέλει σας φέρει καθαράς ειδήσεις από Ναύπλιον, όπου τον έστειλα με έναν εδικόν μου άνθρωπον μέσα εις το Παλαμήδι εις τον Ξενομερίτην, ο οποίος τον είπεν διά στόματος ότι να έχωμεν τον νουν μας και να μη κοιμώμεθα, ότι έχουν σκοπόν άφευκτα να έβγουν (να εκστρατεύσουν) αυτάς τας ημέρας, έως που όμως δεν είπεν. Άς ετοιμασθή μία τράτα αρματωμένη διά να φανή έως την σκάλαν του Ιρίου. Εχθές ήλθον δύο κατάσκοποι Ρουμελιώται εις το Ίρι και
εδοκίμασαν, είχαν και βίγλαν εις την σκάλαν και επέστρεψαν πάλιν. Επήραν χθές από τον Άγιον Νικόλαον τα πρόβατα του Κωνσταντάκη,και ολοένα εβγαίνουν διότι δεν εύρον ανθίστασιν εις κανένα μέρος. Ταύτα και μένω εις τας προσταγάς σας.
          Τη 20 Δεκεμβρίου 1827 εν μοναστηρίω Αυγού ο συμπολίτης σας Γεώργιος Πήλουρης>>.
    Ο Γρίβας, ήταν έτοιμος πλέον να εκστρατέψει κατά των Κρανιδιωτών και γι’ αυτό την ίδιαν ημέρα ο Πήλουρης, στέλνει στους συμπατριώτες του και δεύτερο προειδοποιητικό γράμμα:
         <<Προς την επιτροπήν Κρανιδίου.
    Και αύθις σας ειδοποιώ ότι σήμερον εκατέβηκαν οι ιδικοί μας έως εις το Ίρι και έμαθον ότι ο Γρίβας άφευκτα ετοιμάσθη και είναι έτοιμος διά να έβγη διά τα εδικά μας μέρη. Ας είναι εις είδησίν σας. Καλέσατε όσους σας δίδουν υπόσχεσιν διά να σας βοηθήσουν, πριν να έλθη εκείνος. Στείλατε εις τον Χελιώτην (Λύκον) ή εις τον στρατηγόν Νοταρά (τον Παναγιώτη) και πάρετε την γνώμην του, είναι και αυτοί σύμφωνοι, ή δεν είναι; Ο σκοπός του Γρίβα είναι διά να έβγη να συνάξη όλα τα ζωντανά, όσα ευρίσκονται εις τα μέρη τα εδικά μας και διά τούτο ας γένη μια βάρδια εις το Μαρκεδόνι του Λιγουρίου διά να έχωμεν με μεγάλην ευκολίαν τας ειδήσεις… Εβγήκαν χθες εκατόν στρατιώται από το Ναύπλιον, διά που είναι δεν ηξεύρομεν. Κατά το Λιγουριό έκαμαν και μην κοιμάσθε. Ήλθον εις την Ρόβη με δύο καϊκια εχθές και επήραν πρόβατα, γίδια έως ογδοήντα, και βόδια, και τους εδέχθη με μεγάλην χαράν ο Γρίβας διά την ανδραγαθίαν τους. Να μας στείλετε φουσέκια καθώς σας επαραγγείλαμεν, τα οποία άφευκτα να τα στείλετε, τόσον και ζαϊρέδες, καθότι έχομεν σκοπόν, αν περάσουν απ’ εδώ στρατιώται, να τους βαρέσωμεν χωρίς άλλο, και θέλομεν να τους ακολουθήσει βαρώντας από τα όπισθεν. Ταύτα και μένομεν.
        Τη 20 Δεκεμβρίου μοναστήριον Αυγού. Ο συμπολίτης σας Γεώργιος Πήλουρης.
Τέλος πρώτου μέρους.

Δημήτρης Τουτουντζής.